ΙΣΤΟΡΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ : Η ιστορία του Βρέννου επαναλαμβάνεται στη Μακεδονία...
ΤΟΥ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ ΚΩΣΤΑΡΑ*
Ο Βρέννος ήταν ένας Γαλάτης στρατηγός που έφτιαξε δικό του στρατό, για να επιτίθεται στις γειτονικές με την Γαλατία περιοχές και να τις λαφυραγωγεί. Όταν ο στρατός του μεγάλωσε αρκετά και έγινε πολύ ισχυρός, συνέλαβε την ιδέα να επιτεθεί εναντίον της Ρώμης, που βρισκόταν εκείνη την εποχή σε παρακμή. Έτσι, στις αρχές του 3ου π.χ. αιώνα ξεκίνησε για την υλοποίηση του σχεδίου του και τα στρατεύματά του βρέθηκαν προ των πυλών της Ρώμης, την οποία πολιορκούσε επί μέρες, για να την καταλάβει. Βλέποντας ο Ρωμαίος στρατηγός, που ηγείτο των αμυντικών δυνάμεων της πόλης, ότι έσφιγγε ο κλοιός των πολιορκητών γύρω από αυτήν και φοβούμενος, μήπως η Ρώμη πέσει τελικά στα χέρια του Βρέννου, ήλθε σε διαπραγματεύσεις μαζί του, για να δεί, εάν ο Γαλάτης επιδρομέας ήταν διατεθειμένος να λύσει την πολιορκία του έναντι κάποιου ανταλλάγματος που θα του έδιναν. Ο Βρέννος δέχθηκε την πρόταση των Ρωμαίων και ζήτησε ως αντάλλαγμα, για να αποσύρει τα στρατεύματά του, μια τεράστια ποσότητα χρυσού. Ας πούμε με τα σημερινά δεδομένα ζήτησε 5 τόνους χρυσού. Φέρανε τότε οι Ρωμαίοι την μεγάλη ζυγαριά στην αγορά της πόλης και όλα ήσαν έτοιμα για να αρχίσει το ζύγισμα του χρυσού. Μάλιστα ο Βρέννος, όταν ετοποθετούντο τα σταθμά στη ζυγαριά, έβαλε επάνω σε αυτά το μεγάλο σιδερένιο σπαθί του, προφανώς για να έχει να παίρνει περισσότερο χρυσάφι. Έκτοτε η πράξη του αυτή συμβολίζει την «ζαβολιά». Αξίζει να σημειωθεί εν παρενθέσει ότι με την «ρομφαία του Βρένου» στον «ζυγό» της Δικαιοσύνης παρομοιάζει ο Αναστάσιος Πολυζωίδης την παρέμβαση της Αντιβασιλείας στη δίκη του Κολοκοτρώνη, που ζητούσε την αντί πάσης θυσίας θανατική του καταδίκη. Ας δούμε όμως την συνέχεια και την κατάληξη της ιστορίας με τον Βρέννο. Ενώ λοιπόν πηγαινοέρχοντο στην αγορά οι άμαξες φορτωμένες με χρυσάφι, για να συμπληρωθεί η ποσότητα που ζητούσε ο Βρέννος, ένας από τους Υπάτους, που αντιλήφθηκε τα δρομολόγια με τις άμαξες, πλησίασε στον τόπο του ζυγίσματος και ζήτησε να μάθει, τι ακριβώς συνέβαινε. Όταν πληροφορήθηκε τα καθέκαστα, επέπληξε οργισμένος τους παρισταμένους αξιωματούχους: «Ντροπή σας! Την Πατρίδα δεν την υπερασπίζονται με το χρυσάφι, αλλά με το σίδερο». Τότε αναθάρρησαν οι Ρωμαίοι. Παράτησαν στη μέση το ζύγισμα του χρυσού, πήραν τα όπλα, πολέμησαν ψυχωμένοι τον Βρέννο και τον έτρεψαν σε φυγή.
Ανάλογη επιδρομή έχουν εξαπολύσει σήμερα εναντίον της ιστορίας και της πολιτιστικής μας κληρονομιάς οι Σκοπιανοί, τους οποίους εμπνέει προφανώς η στρατηγική του πλιάτσικου που ακολουθούσε ο Βρέννος. Εκμεταλλευόμενοι λοιπόν και αυτοί τις παρακμιακές συνθήκες, που επικρατούν στη χώρα μας, πολιορκούν στενά την Μακεδονία και θέλουν να την κάνουν δική τους. Ήδη αυτοπροβάλλονται προ πολλού ως Μακεδόνες. Και δεν είναι διατεθειμένοι να λύσουν την πολιορκία, εάν δεν πάρουν «χρυσάφι». Γίνεται επομένως σαφές ότι η ιστορία του Βρέννου επαναλαμβάνεται σήμερα στη Μακεδονία με τρεις όμως σπουδαίες διαφοροποιήσεις: Πρώτον. Η πολιορκία της Μακεδονίας εκ μέρους των μιμητών του Βρέννου διαρκεί 75 χρόνια. Δεύτερον. Οι πολιορκητές έχουν συμμάχους. Εκείνους μάλιστα που θα έπρεπε να ήσαν με το μέρος των πολιορκουμένων, αφού γνωρίζουν πολύ καλά, τι χρωστούν στην σφετεριζόμενη από τους επιδρομείς πολιτιστική κληρονομιά των Ελλήνων και πόσο αυτή τους βοήθησε να βγουν από τα σπήλαια και τις τρώγλες, ώστε να απολαμβάνουν σήμερα το φως του πολιτισμού. Και τρίτον. Το «χρυσάφι» ως αντάλλαγμα για τη λήξη της πολιορκίας δεν το απαιτούν οι πολιορκητές, αλλά οι μεγάλοι σύμμαχοί τους, «άσπονδοι» κατά τα άλλα και αχάριστοι φίλοι μας. Βλέπουμε επίσης την «ρομφαία του Βρέννου» στη «ζυγαριά» της Μακεδονίας. Είναι η αναιδής προς την ιστορία αναγνώριση των Σκοπίων από τους ισχυρούς υποστηρικτές τους ως «Μακεδονίας». Ψεύτικη και ζαβολιάρικη αύξηση του αντίβαρου, για να αυξηθεί αντιστοίχως η ποσότητα του μακεδονικού «χρυσού» που θα προκύψει από την στάθμιση και θα δοθεί ως αντάλλαγμα στον σύγχρονο «Βρέννο», για να λύσει την πολιορκία της Μακεδονίας.
Προ αυτής της καταστάσεως ο Ελληνικός Λαός, καθώς βλέπει με έκπληξη να ξαναβγαίνει η «ζυγαριά» στο προσκήνιο για χάρη του σύγχρονου «Βρέννου», ανήμπορος να αντιδράσει και να προφυλάξει αλλιώς τα «χρυσαφικά» του, περιμένει με αγωνία να φανεί στον ορίζοντα κάποιος σώφρων Ύπατος, σαν εκείνον της Ρώμης, για να σταματήσει την παροχή των «χρυσαφικών» μας στους επιδρομείς Σκοπιανούς και να δείξει σε όλους μας, πώς πρέπει να υπερασπιζόμαστε την Πατρίδα. Προ παντός να διδάξει στους σημερινούς αρνησιπάτριδες κυβερνώντες ότι τα «χυσαφικά» της Πατρίδας, δηλ. η ιστορία και η πολιτιστική της κληρονομιά, δεν είναι ποτέ βάρος, για να θέλει κάποιος να τα ξεφορτωθεί. Και δεν παραχωρούνται σε κανένα ούτε αποτελούν αντικείμενο μοιρασιάς με τους εκάστοτε «Βρέννους». Όποιος δε επιχειρήσει να τα πάρει με τη βία, ο δρόμος του περνάει υποχρεωτικά από τις Θερμοπύλες.
Σε κάθε περίπτωση όλα ανεξαιρέτως τα «χρυσαφικά» της Πατρίδας, επομένως και της Μακεδονίας, ανήκουν στον Ελληνικό Λαό. Αυτός μόνο μπορεί να αποφασίσει για την τύχη τους. Εάν λοιπόν οι Κυβερνώντες θέλουν να έχει νομιμοποίηση η «ζυγαριά» τους, οφείλουν να απευθυνθούν στον λαό και να του ζητήσουν να εκφράσει με δημοψήφισμα τη βούλησή του, κατά πόσο δηλ. συμφωνεί να μοιραστεί η Μακεδονία τα «χρυσαφικά» της με τον σημερινό «Βρέννο». Ας έχουν όμως υπ’ όψη τους όσοι μαζεύτηκαν αυθαίρετα γύρω από τη «ζυγαριά» της Μακεδονίας και συζητούν για την «στάθμιση» του «χρυσού» της ερήμην του Ελληνικού Λαού ότι όλος ο κόσμος να αναγνωρίσει τους Σκοπιανούς ως «Μακεδονία», εμείς την Μακεδονία δεν πρόκειται να την χάσουμε ποτέ, παρά μόνον όταν την πουλήσουμε.
* Ο Αλέξανδρος Π. Κωστάρας, είναι καθηγητής Πανεπιστημίου Θράκης, από την Κόρινθο.
Αφήστε ένα σχόλιο