Header Ads

ΠΟΛΙΤΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ : Ποιός σκηνοθετεί την φαρσοτραγωδία “Novartis”;

Γράφει ο Κώστας Τζαναβάρας *

Εκ πρώτης όψεως, η πρό­σφατη κοινοβουλευτική «συζήτηση» για το σκάνδαλο Novartis, ήταν αυτό που λέ­με «μία από τα ίδια». Η γνω­στή φάρσα, με τις αντεγκλή­σεις και τις κορώνες, που ο­δηγεί αρχικά στον εγκλωβι­σμό της κοινής γνώμης, και τελικά στην συγκάλυψη. Γνωστά πράγματα πια. Δεν είναι ανάγκη να μπούμε σε λεπτομέρειες. 
Ας σκεφθούμε, όμως, την ώρα που προσπαθούμε να βγάλουμε άκρη με τα πολι­τικάντικα τερτίπια, τα εξής απλά: 
[α] Η πολιτική διαφθο­ρά θεωρείται αναντιρρήτως μείζον πρόβλημα της χώ­ρας μας, και βασικός λόγος που βρεθήκαμε στην υπερ­χρέωση. 
[β] Βασικό οχυρό της πο­λιτικής διαφθοράς είναι –ε­πίσης αναντιρρήτως– η νο­μική θωράκιση της πολιτι­κής διαφθοράς: ο νόμος πε­ρί [μη] ευθύνης υπουργών. Άρα: 
[γ] Πώς εξηγείται το γεγο­νός ότι οι δανειστές έχουν ε­πιβάλει μύρια όσα, αλλά όχι και την κατάργηση του φαύ­λου νόμου; Δεν θα ήταν λο­γικό, και κατά απόλυτη προ­τεραιότητα μάλιστα; 
Αντ’ αυτού, για την δίω­ξη της πολιτικής διαφθοράς, επιχειρείται τώρα ένας νομι­κός ακροβατισμός. Εν ολί­γοις: θα παραμένει η παρα­γραφή της απιστίας υπουρ­γού, αλλά η δωροληψία δεν θα παραγράφεται τάκα-τακα κι αυτή. Θα θεωρείται, ιδί­ως ως προς την νομιμοποί­ηση εσόδων, ότι δεν εμπί­πτει στην «εκτέλεση καθη­κόντων», αλλά γίνεται «επ’ ευκαιρία» τους. 
Καθώς η προσέγγιση έ­χει κάποια προϊστορία, θα έχει ενδιαφέρον να δούμε πού θα καταλήξει. Αν δεν «περάσει» αυτό, πάντως, ό­λη η πρόσφατη φασαρία ή­ταν σκέτη φάρσα. Αλλά, ας σημειωθεί και κάτι χαρακτη­ριστικό: Η κοινή γνώμη δεν έχει πάρει χαμπάρι τίποτα σχετικά. Γιατί άραγε; 
Μέσα στον γενικό χαμό, ίσως δεν θα ήταν τελείως για πέταμα μία καινοτόμα ι­δέα. Η παραγραφή των ευ­θυνών υπουργού, όπως και η εκάστοτε παροχή της βου­λευτικής ασυλίας, να προ­ϋποθέτουν αίτηση του κα­τηγορούμενου. Είναι μία α­πλούστατη νομική ρύθμιση, που –λογικά– και στέκει και γίνεται αμέσως και έχει ανα­δρομική ισχύ. Εναλλακτικά: Ας δοθεί δικαίωμα παραίτη­σης… 
Αν μη τι άλλο, να γλυτώ­σουμε την χοντρή κοροϊδία του «θέλω να δικαστώ». Λί­γο θα ήταν; 
Όλα αυτά, όπως φαίνε­ται, καταφέρνουν να κρύ­ψουν την τραγωδία. Ας προ­σέξουμε μία αποκαλυπτική αρχηγική ατάκα: «Δεν κάνε­τε απολύτως τίποτα για να μειώσετε την υπερσυνταγο­γράφηση, που αποτελεί, α­ποτελούσε και εξακολουθεί να αποτελεί διαχρονική ε­στία διαφθοράς και προκα­λεί μεγάλη οικονομική αι­μορραγία στα δημόσια τα­μεία». 
Τι αποκαλύπτει; Απλού­στατο: Την αδιαφορία για την οικονομική αιμορραγί­α των απλών πολιτών. Ακό­μη περισσότερο: Την αδια­φορία για τις δραματικές ε­πιπτώσεις της υπερσυντα­γογράφησης στην υγεία των απλών πολιτών. 
Κι αν για το πρώτο κά­ποιες πτέρυγες της Βουλής μπορούν να επικαλεστούν κάποιες αναφορές απελπι­σίας, ποιος καταφέρθηκε ευθέως κατά της πολυφαρ­μακίας; Ποιος ξεκαθάρισε ό­τι πρόκειται για υπερβολι­κή κατανάλωση φαρμάκων; Ποιος φώναξε ότι πάνω α­πό οικονομικό ζήτημα, εί­ναι πρώτα μείζον ζήτημα υ­γείας; 
Μήπως έχει καταπολεμη­θεί το πρόβλημα; Μήπως εί­ναι λίγοι αυτοί που παίρνουν φάρμακα «με τις χούφτες»; Ή μήπως το θέμα είναι ά­σχετο με την συζήτηση; Ή μήπως –αντιθέτως– η συζή­τηση είναι «γκρίζα διαφήμι­ση» της πολυφαρμακίας; 
Κάπως έτσι, φθάνουμε σε μία ακόμη –περίτεχνη και α­ποκαλυπτική– αρχηγική α­τάκα: «Ε, λοιπόν, σήμερα α­ποδεικνύεται ότι δεν τα φά­γαμε μαζί, γιατί δεν είμαστε όλοι ίδιοι». 
Μια και έχει εμφανισθεί στην υπόθεση το αμερικά­νικο FBI, ας εφαρμόσουμε μία αποτελεσματική αμερι­κάνικη συνταγή ερευνών: “follow the money” [ακο­λούθα το χρήμα]. 
Έχουμε, λοιπόν, και λέ­με:
[α] Η φαρμακευτική δα­πάνη στη χώρα μας, όπως α­ναφέρθηκε, ήταν για χρόνια στα επίπεδα των 12 δις ετη­σίως. 
[β] Κάποιοι πολιτικοί κα­τηγορούνται ότι πήραν με­ρικά εκατομμύρια. Και άπαξ. 
[γ] Χιλιάδες φαρμακεί­α τζιράριζαν επί χρόνια ιλιγ­γυωδώς. 
[δ] Χιλιάδες επίορκοι για­τροί έπαιρναν ποσοστά στα 12 δις. Και συνεχώς. Ιδίως στα ψυχοφάρμακα, τα πο­σοστά που ακούγονται είναι χοντρά. Άρα: 
[ε] Μάθαμε –τι μάθαμε; Ποιοι τα φάγανε; Ποιοι «προ­στατεύουν» με το αζημίωτο; Ποιοι ακριβώς δ-ε-ν είναι ί­διοι; 
Ας θαυμάσουμε περίτε­χνη διατύπωση παροχής πο­λιτικής «προστασίας»: «Ποιος τα έφαγε; Τα έφαγε μια πο­λυάριθμη -είναι η αλήθεια- οικονομική, κοινωνική και πολιτική ελίτ, που έστησε ε­πί δεκαετίες τα δίχτυα της ε­ξουσίας της και τους παρα­θεσμικούς μηχανισμούς ε­πιρροής και εκβιασμών. Τα ονοματεπώνυμά της, αν εν­διαφέρεστε, θα τα βρείτε στις χρυσές λίστες των φο­ρολογικών παραδείσων.» 
Φθάνουμε ακριβώς στον «σκηνοθέτη», που ψάχνου­με. Ο ΣΥΡΙΖΑ απάντησε –ό­πως απάντησε– σε όλα στη συζήτηση, εκτός από τις βα­ριές κατηγορίες για την στάση του το 2010. Και κα­τηγορήθηκε αδίκως για ανα­κολουθία και υπαναχωρή­σεις. Αδίκως… 
Αδικείται γιατί παραμένει [σε κάτι!] συνεπής: στην υ­περάσπιση παχυλών συντε­χνιακών συμφερόντων. Αυ­τά για τα οποία, όπως α­ποδεικνύεται, δ-ε-ν ισχύ­ει το λεχθέν: «Και αν αυτές οι πρακτικές ήταν μια φορά καταδικαστέες την εποχή της επίπλαστης ευημερίας, έγιναν δέκα φορές πιο α­ποκρουστικές, πιο επαχθείς, πιο απεχθείς, την περίοδο των μνημονίων». 
Κόρινθος 25 Φεβρουαρί­ου 2018 

* Ο κ. Κώστας Τζαναβά­ρας Α.Τ.Μ. – Ε.Μ.Π., σύμ­βουλος μηχανικός και με­λετητής δημοσίων έργων, πάροχος γενικών τεχνικών και επιστημονικών συμβου­λών, ktzanavaras@otenet. gr. 

Δεν υπάρχουν σχόλια