1 Ιουλίου 2018 : ΚΥΡΙΑΚΗ Ε΄ ΜΑΤΘΑΙΟΥ
«ΡΥΣΑΙ ΗΜΑΣ ΑΠΟ ΤΟΥ ΠΟΝΗΡΟΥ»
Η χειρότερη δαιμονοπληξία
Όμως σ’ αυτό που έχει λεχθεί, ότι η μεγαλύτερη επιτυχία του διαβόλου είναι να πείθει τον άνθρωπο ότι δεν υπάρχει, θα έπρεπε να προστεθεί ότι μιά εξίσου επιτυχημένη παραπλάνηση του ανθρώπου από τον διάβολο είναι η αντίληψη ότι δαιμονόπληκτος είναι μόνον αυτός που κυλιέται στη γη βγάζοντας αφρούς από το στόμα και τρίζοντας τα δόντια.
Η παράδοση της Εκκλησίας παρουσιάζει ώς δαιμονόπληκτο τον κάθε άνθρωπο, που εκούσια υποδουλώθηκε σε κάποιο πάθος, όσο μικρό κι άν φαίνεται. Γιατί, όπως λέει ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, «και το σπουργίτι, έστω κι άν δεν έχει πιαστεί ολόκληρο, αλλά μόνο από το ποδαράκι του στην παγίδα που του έστησαν, βρίσκεται όμως στην εξουσία εκείνου που έστησε την παγίδα». Και αλλού, αναφερόμενος ο Άγιος στην περίπτωση του ανθρώπου που πιάνεται στην παγίδα όχι από το πόδι αλλά από την τσέπη του, δηλαδή στον φιλάργυρο, λέει: «Στην περίπτωση των δαιμονισμένων των Γεργεσηνών οι δαίμονες υποχώρησαν στο πρόσταγμα του Κυρίου και βγήκαν αμέσως από τα σώματα των ανθρώπων. Ο υποδουλωμένος όμως στη φιλαργυρία, ούτε στο πρόσταγμα του Χριστού υποχωρεί, ότι επειδή είναι ισχυρότερος του Χριστού, αλλά επειδή ο Χριστός ποτέ δεν μας φρονηματίζει χωρίς τη θέλησή μας».
Και καταλήγει ο ιερός Χρυσόστομος: «Εγώ θα προτιμούσα να ζώ με χίλιους δαιμονισμένους, παρά με έναν που υποφέρει από αυτή την αρρώστια της φιλαργυρίας. Τι παρόμοιο μπορούν να κάνουν όλοι μαζί οι δαιμονισμένοι με αυτό που τόλμησε να κάνει ο Ιούδας; Αν κάποιοι μπορούσε να δει καθαρά τον δαίμονα που βρίσκεται μέσα σε έναν τέτοιο άνθρωπο, θα διαπίστωνε ότι είναι πολύ πιό άγριος και μανιώδης από αυτούς που βγήκαν από τους δαιμονισμένους των Γεργεσηνών».
Ποιός τους ξεκουράζει και ποιός τους τυραννεί;
Επομένως, η κεντρική πύλη εισόδου των δαιμόνων στον άνθρωπο δεν είναι τα ματιάσματα, οι κατάρες ή τα μάγια που του κάνουν -ή συνήθως νομίζει ότι του κάνουν- οι άλλοι, αλλά η έκ μέρους του καταφρόνηση των εντολών του Θεού η αντικατάσταση του «γενηθήτω το θέλημά σου» με το «γενηθήτω το θέλημά μου». Τότε, μάλιστα, δίνουμε στον διάβολο «άδεια διακοπών». Η μεγαλύτερη αφορμή ξεκούρασης για τον διάβολο είναι το να κάνουμε εκείνα τα θελήματά μας, που δεν συμφωνούν με το θέλημα του Θεού. Γιατί τότε, όπως λέει και ο άββάς Ποιμένας, «παύουν να μας πολεμούν οι δαίμονες, αφού δαίμονες γίνονται τα ίδια τα θελήματά μας. Και αυτά μας τυραννούν και μας θλίβουν».
Οι δαίμονες τυραννούνται, θλίβονται και εκδιώκονται μόνο από την παρουσία του Χριστού. Και ότι μόνο φεύγουν γεμάτοι τρόμο, αλλά ζητούν την άδειά του ακόμα και γιά να μπουν σε χοίρους. Τόσο ανύπαρκτη είναι η εξουσία τους πάνω στα πλάσματα του Θεού, και πολύ περισσότερο στα λογικά πλάσματα του Θεού, που τον αγαπούν και ελεύθερα επιλέγουν να αναζητούν την παντοδύναμη προστασία του. Άρα, μετά τον Θεό, το μεγαλύτερο φόβητρο των δαιμόνων είναι ο άνθρωπος, που χαίρεται να επαναλαμβάνει το ψαλμικό: «Πάντοτε βλέπω τον Κύριο να στέκεται στα δεξιά μου, για να μή σαλευθώ από κανέναν κίνδυνο ή φόβο» (Ψαλμ. 15,8).
Αντίθετα, όσο πιό πολύ ο άνθρωπος αρέσκεται να κυλιέται στον βόρβορο των αμαρτωλών ηδονών, όσο πιό «χοιρώδης» -κατά τον χρυσορρήμονα Ιωάννη- γίνεται, τόσο πιό «εύεπιχείρητος» και ευάλωτος καταντάει στις δαιμονικές ενέργειες, έστω κι άν δεν καταλήξει τελείως δαιμονόπληκτος.
Τρυφή ή κόλαση;
Ένα παρόμοιο βόλεμα στον βούρκο των παθών της φιληδονίας και της φιλαργυρίας έκανε και τους κατοίκους των Γεργεσηνών να μην αντέχουν την παρουσία του Χριστού στην περιοχή τους. Και, αντί να τον κρατήσουν όσο μπορούσαν περισσότερο κοντά τους ευχαριστώντας τον που απάλλαξε από τη δαιμονική τυραννία τους δύο πατριώτες τους, πήγαν και τον παρεκάλεσαν να φύγει. Η λυτρωτική αγάπη του Χριστού, αντί να τους φωτίζει, τους έκαιγε. Και, φυσικά, γι’ αυτό, δεν έφταιγε ο Χριστός!
Ο αββάς Ισαάκ ο Σύρος λέει ότι «η αγάπη του Θεού δίνεται αδιάκριτα σε όλους. Ενεργεί όμως κατά δύο τρόπους: Τους μεν αμαρτωλούς κολάζει, τους δε δικαίους ευφραίνει». Και ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός εξηγεί: «Ο Θεός κανέναν δεν κολάζει. Αλλά ο καθένας έχει την ελευθερία και την ευθύνη να κάνει τον εαυτό του δεκτικό ή όχι της μετοχής και της κοινωνίας του Θεού.
Όποιος ελεύθερα επιλέγει να δεχθεί τη χάρη και το φώς του Θεού, ζει τον Θεό ως απερίγραπτη χαρά και τρυφή·ενώ, αντίθετα, όποιος ελεύθερα επιλέγει να κλείσει την πόρτα στον Θεό, ζει τον Θεό ως αφόρητη κόλαση».
Ο Χριστός σεβάστηκε απόλυτα το «ευγενές» αίτημα των Γεργεσηνών. Μπήκε στο πλοίο και πέρασε στο απέναντι μέρος της λίμνης, στην Καπερναούμ. Εμείς, περιφρονώντας τις ολέθριες ευγένειες των Γεργεσηνών, ας τολμάμε να καλούμε τον Χριστό όσο πιό συχνά μπορούμε, ότι απλώς να μένει στον τόπο μας, αλλά να ενθρονίζεται στην καρδιά και στο σώμα μας, επαναλαμβάνοντας την προσευχή που κάνουμε πριν από τη θεία Μετάληψη: «Προσέρχομαι σε σένα, Χριστέ, παίρνοντας θάρρος από την πολλή σου αγαθότητα, για να μη γίνω θηριάλωτος από τον νοητό λύκο, τον διάβολο, απέχοντας για μεγάλο διάστημα από τη θεία σου Κοινωνία».
Άρχιμ. Β.Λ.
Αφήστε ένα σχόλιο