ΔΙΕΘΝΗ ΘΕΜΑΤΑ : Ο Μαρξισμός και η Θρησκεία...
Του ΧΡΙΣΤΟΥ ΦΑΡΑΝΤΑΤΟΥ *
ΜΕΡΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟΝ
Αντιθέτως, η θρησκεία και συγκεκριμένως ο Χριστιανισμός εξυψώνει τον ανθρωπον, τον εμπνέει, τον ενθαρρύνει, του παρέχει ηθικόν σθένος και δύναμη να αντεπεξέρχεται στη ζωή και ιδιαιτέρως σε δύσκολες και δεινές περιστάσεις.
Δεν θα μακρυγορήσουμε αναφερόμενοι στην ελληνική ιστορία. Επισημαίνεται απλώς η δύναμις της πίστεως των Ελλήνων στην ορθόδοξη θρησκεία μας και ιδιαιτέρως στην Παναγία μας, προστάτιδα του Γένους και υπέρμαχο στρατηγό.
Στα προφητικά μοιρολόγια των Ελλήνων, μετά την άλωση της Πόλης (1453), παρηγορείται η Παναγία από τη λαϊκή μούσα «σώπασε κυρά Δέσποινα και μην πολυδακρύζεις, πάλι με χρόνια με καιρούς πάλι δικά μας θα ‘ναι».
Ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης (1770-1843), ο θρυλικός Γέρος του Μωρηά, εκήρυττε «ο Θεός υπέγραψε την ανεξαρτησία της Ελλάδος και δεν παίρνει πίσω την υπογραφή του». Οι προγονοί μας επολέμησαν «για τη θρησκεία και της πατρίδος την ελευθερία» σε κορυφαίο επαναστατικό σύνθημα «Ελευθερία ή Θάνατος» και την θερμήν ικεσία προς την Θεοτόκο «Δεύρο μήτερ Θεού προς ημάς».
Η Ελλάς στον Β’ Π.Π. (1939- ’45) προσέβλεπε στην βοήθεια του Θεού και της Παναγίας μας, η δε πίστις αυτή ενίσχυσε τους Έλληνες με τεράστιες ηθικές δυνάμεις, σε σημείο μάλιστα που κατερράκωσαν τους Ιταλούς του δικτάτορα Μπενίτο Μουσσολίνι (1883-1945) και εγράφη το έπος του ‘40. Αξιοσημείωτος υπήρξε η στάσις του εθνικού κυβερνήτου Ιω. Μεταξά (1871-1941), ο οποίος, μετά την απόρριψη του ιταλικού τελεσιγράφου με το ιστορικόν «ΟΧΙ», ύψωσε τους οφθαλμούς του προς τον ουρανόν και αφού έκανε το σημείο του Σταυρού, προσέθεσε «ο Θεός σώζοι την Ελλάδα!». Στη συνέχεια, ο αρχιεπίσκοπος Αθηνών Χρύσανθος Φιλιππίδης (1881-1949), ο από Τραπεζούντος, ανελθών στα ανάκτορα, ενώπιον του Βασιλέως Γεωργίου Β’ (1890-1947) και άλλων επισήμων, απάντων γονατιστών, απηύθυνε προσευχή προς τον Θεό και την υπέρμαχο στρατηγό του Γένους με την πίστη, την πεποίθηση και τη βεβαιότητα, ότι «ούτοι εν άρμασι και ούτοι εν ίπποις, ημείς δε εν ονόματι του Θεού ημών μεγαλυνθησόμεθα!».
Αναφέρονται οι απόψεις του μεγάλου ιστορικού μας Κων. Παπαρρηγοπούλου (1815- 1891), κατά τον οποίο «δεν αρκεί μία μόνη υλική δύναμις, η οποία όμως παραδόξως κρατύνεται, οσάκις ελαύνεται από ισχυρά αισθήματα και διανοήματα, διότι αυτά προσδίδουν στο έθνος ορμήν και ρώμην ακαταμάχητον! (Ιστορία του Ελλ. Έθνους, τόμ. 30ς, Μέρος 1ον, σελ. 182)». Και στη συνέχεια «ουδέποτε έθνος ηυδαιμόνησε και εμεγαλούργησεν εν τω κόσμω τούτω άνευ ισχυρών ηθικών ελατηρίων· το ισχυρότερον πάντων των ελατηρίων είναι η θρησκεία. Όλοι οι άλλοι των εθνών μοχλοί, φιλοπατρία, φιλοτιμία, φιλοδοξία, παιδεία, οικονομία κ.λπ. ηνωμένοι, δεν δύναται να αναπληρώσουν την έλλειψη της θρησκείας. Η ιστορία αναφέρει έθνη υπάρξαντα διά μόνης της θρησκείας και πέρα των άλλων, κατά τον μεσαίωνα, το Ελληνικόν (σελ. 205 ανωτέρω)».
Ας έλθουμε όμως, στην περίπτωση της πάλαι ποτέ Σοβιετικής Ενώσεως, επί των ημερών του στυγνού ερυθρού δικτάτορος με το ψευδώνυμο Στάλιν (1879-1953), του Ιωσήφ Βησσαριόνοβιτς Τζουκασβίλι, ο οποίος αυτοανεκηρύχθη στρατάρχης (1943) κατά την διάρκεια του Β’ ΠΠ (1939-1945). Η αθεία επί των ημερών του είχα φθάσει στο αποκορύφωμα της. Οι Γερμανοί μετά από κεραυνοβόλον προέλαση έφθασαν προ των πυλών της Μόσχας. Ο Στάλιν αντελήφθη, ότι ο άθεος Μαρξισμός δεν ήτο δυνατόν να εμπνεύσει τον ρωσσικον λαόν, ώστε να αρθεί στο ύψος που επέβαλε το πατριωτικό καθήκον και να προβάλει γενναίαν αντίσταση προς απόκρουση του φοβερού κινδύνου και σώσει την χώραν του. Τότε ενεθυμήθη τη θρησκεία και τους ήρωες του τσαρικού καθεστώτος. Άνοιξε λοιπόν τις εκκλησίες και επεστράτευσε κλήρον και λαόν δια την άμυνα της αγίας μητέρας Ρωσσίας, προβάλλων τις αρρενωπές μορφές των μεγάλων προγόνων του έθνους, όπως αγίους της Ρωσσικής Ορθοδόξου Εκκλησίας, Πρίγκιπες και τους στρατάρχες Μιχαήλ Κουτούζωφ (1745-1817) και Αλέξανδρο Σουβόρωφ (1729- 1800).
Δεν θα αναφέρουμε περιπτώσεις από την ένδοξη χιλιετή ιστορία του Βυζαντίου χάριν συντομίας. Την πίστη των Βυζαντινών Ελλήνων επισημάναμε σε δημοσιευθέν άρθρο μας για την Κοίμηση της Θεοτόκου («ΕΣΤΙΑ» 14-8-2018). Η δραστηριότης των διά τον εκπολιτισμόν των διαφόρων λαών και την μετάδοση της Ορθοδοξίας είναι γνωστή. Επισημαίνουμε τις εξής περιπτώσεις:
α) την μετάδοση του χριστιανισμού στους Σλάυους από τους θεσσαλονικείς αδελφούς Κύριλλον (827-869) και Μεθόδιον (815-885) που εστάλησαν από τον αυτοκράτορα Μιχαήλ Γ (842-867), όπου τους έδωσαν και το αλφάβητον που χρησιμοποιείται από όλους τους ορθοδόξους σλαυϊκούς λαούς (Ρώσσους, Ουκρανούς, Βουλγάρους, Σέρβους, κ.λπ.),
β) τον ρόλο που έπαιξε η πορφυρογέννητος κόρη του αυτοκράτορος Ρωμανού Β’ (959- 963) και αδελφή του Βασιλείου Βουλγαροκτόνου (956-1025) Άννα, όταν ήλθε στη Ρωσσΐα ως σύζυγος του μεγάλου ηγεμόνος των Ρώσσων Βλαδίμηρου (956-1015), όπου ηξίωσε τον πλήρη εκχριστιανισμο των Ρώσσων, βαπτισθεντων απάντων χριστιανών, έτι δε και του ιδίου του Βλαδίμηρου.
γ) Αλλά, ακόμη και όταν δεν υπήρχε Βυζαντινόν κράτος, δύο δεκαετίες μετά την πτώση της Κωνσταντινουπόλεως, η πριγκίπισσα
Ζωή-Σοφία Παλαιολόγου, ανεψιά του μαρτυρικού αυτοκράτορος Κωνσταντίνου ΙΑ’ (1403- 1453), ελθούσα στη Ρωσσία ως σύζυγος του μεγάλου ηγεμόνος Ιβάν Γ (1440-1505) ενέπνευσε τους Ρώσσους κατά τους αγώνας των εναντίον των Μογγόλων, αλλά συνέβαλε και στη στερέωση του κράτους. Από τότε υιοθετήθη το βυζαντινό έμβλημα του δικέφαλου αετού, αποτέλεσαν το έμβλημα των τσάρων, οι οποίοι εθεωρουν έκτοτε τους εαυτούς των ως νομίμους διαδόχους των βυζαντινών αυτοκρατόρων.
Αποδεικνύεται, λοιπόν, ότι η θρησκεία είναι πηγή εμπνεύσεως και δυνάμεως, ο δε άθεος υλισμός ουδένα απολύτως δύναται να εμπνεύσει. Κατά τον Γκαίτε (1749-1832) «όσοι δεν ελπίζουν σε μια άλλη ζωή είναι νεκροί ακόμη και διά την ήδη υπάρχουσα». Οι άθεοι είναι πνευματικώς νεκροί, η δε απιστία είναι η συντομωτέρα οδός που οδηγεί τον άθεο στην καταστροφή.
Ιδιαιτέρως εμείς οι Έλληνες, οφείλουμε την ύπαρξη μας λόγω της βαθείας πίστεως μας προς τον Θεό. Κατά τον Κων. Παπαρρηγόπουλο «το ελληνικόν έθνος δεν διεσώθη ει μη διά της μετά του χριστιανισμού συμμαχίας!». Τόσον το ελληνικό έθνος, όσον και το ελληνικό όνομα επέζησαν διά της ορθοδόξου πίστεως και ό,τι μας έσωσε από τον βέβαιον αφανισμόν ήτο η θρησκεία μας, η οποία θα θριαμβεύει πάντοτε στις ψυχές μας εις πείσμα των αθέων και των απίστων.
* Ο κ. Χρίστος Φαραντάτος, είναι Υποστράτηγος ε.α. διαμένων στην Αθήνα.
Αφήστε ένα σχόλιο