Η ΜΑΓΕΙΑ ΤΗΣ ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑΣ φ. 1676
«Ετυμολογικές Προσεγγίσεις…»
Καλλικάντζαροι
Τα πολύ
περίεργα πλάσματα της φαντασίας τού ελληνικού λαού…
Γράφει ο Χρήστος
Βλαχογιάννης
Καθηηγητής
Μουσικής *
Θα ασχοληθούμε σήμερα με τα πολύ περίεργα αυτά πλάσματα της φαντασίας τού
ελληνικού λαού, των οποίων το όνομα ακούγεται συνηθέστερα κατά το Δωδεκαήμερο
(η περίοδος από την παραμονή των Χριστουγέννων μέχρι και την ημέρα των
Θεοφανείων), τους καλλικαντζάρους.
Πιστεύεται ότι είναι δαιμονικά όντα, που έρχονται στην γη για να πειράζουν τους
ανθρώπους. Οι δοξασίες γι’ αυτά τα όντα είναι κοινότατες σε όλες τις περιοχές
της Ελλάδος και θέλουν τους Καλλικαντζάρους να διαμένουν κάτω από την
γη. Αυτή η ανάγκη γεννήθηκε για να εξηγηθεί ο εξαφανισμός τους καθ’ όλο το
έτος, πλην της περιόδου του Δωδεκαημέρου. Όταν βρίσκονται κάτω από την γη
πριονίζουν με τα δόντια τους το δέντρο ή τους στύλους που υποβαστάζουν την γη.
Ο λόγος της ανόδου τους στον απάνω κόσμο είναι ο φόβος μην πέσει και τους
καταπλακώσει η ετοιμόρροπη γη.
Κατά τόπους συναντάμε διάφορα ονόματα των δαιμονίων αυτών όντων: Στην Κυνουρία
λέγονται και Λυκοκάντζαροι ή Καλκατζόνια ή Καλκάνια ή Σκατζάρια.
Άλλος τύπος του ονόματος είναι Καρκάντζαρος (με τροπή του λ σε ρ,
συνηθέστατη αλλαγή στην δημοτική), από τον οποίο παρήχθη το όνομα Καρκάντζελος
ή Καρκάντζολος, με πληθυντικό τα Καρκαντζόλια. Άλλος πάλι τύπος,
που συναντάται στην Τήνο αλλά και στον Πόντο, είναι το Καλλιτσάγγαρος.
Άλλη παραλλαγή του
ονόματος Καλλικάντζαρος είναι το όνομα Κωλοβελόνης, που
συναντιέται στην Αττική. Ο Δ. Καμπούρογλου υποστηρίζει ότι ονομάστηκαν Κωλοβελόνηδες
επειδή η ουρά τους απολήγει σε μυτερή άκρη, κάτι σαν βέλος, όπως ακριβώς
απεικονίζεται από τους αγιογράφους η ουρά του διαβόλου. Η ετυμολογία που
προτείνει ο ίδιος για τον Καλλικάντζαρο είναι από «το κάντζαρο και το
γάντζαρο», που σημαίνει πράγμα αιχμηρό και καμιά φορά αγκιστροειδές
(γάντζος). Κάντζαρος ή κέντρος λέγεται και το δέντρο του οποίου
τα φύλλα είναι αιχμηρά.
Ο Αδ.
Κοραής εικάζει ότι το «Καλλικάντζαρος» γεννήθηκε από την σύνθετη
λέξη Καλλικάνθαρος και ότι το πρώτο συνθετικό αποδίδεται κατ’
ευφημισμό, το δε δεύτερο έγινε από το κάνθαρος (όπως το καντζόχοιρος από
το ακανθόχοιρος). Προς ενίσχυση της απόψεώς του παραθέτει την αρχαία παροιμία «Κανθάρου
σκιαί», που λέγεται γι’ αυτούς που φοβούνται τα μη άξια φόβου.
Στον Αίνο
λέγεται σκιάντζαρος ή σκιάντζαρο (παραφθορά του
κάνθαρος) και σημαίνει το σκιάχτρο. Έτερο όνομα του σκιάντζαρου είναι το
πολύ γνωστό μπαμπούλας, που έχει την έννοια του φόβητρου, του
μορμολύκειου και συναντάται πανελληνίως. Μπάμπουλας ή βάβουλας ή μπουμπούλας
είναι κοινό όνομα πολλών κολεοπτέρων, ιδίως δε του κανθάρου.
Ο Κ.
Οικονόμος υποστήριξε ότι το όνομα Καλλικάντσαρος παράχθηκε από το
λατινικό καλιγάτος και δηλώνει τον ένοπλο στρατιώτη που φοράει τα καλίγια
ή καλίκια. Η λέξη τσαγγίον, κατά τους βυζαντινούς, σήμαινε
είδος ψηλών υποδημάτων, από την οποία παράχθηκε η σημερινή λέξη τσαγγάρης.
Η λέξη καλίκι είναι επίσης πολύ παλιά και σημαίνει κούφο υπόδημα αλλά
και την χηλή. Οι Καλλικάντζαροι πιστεύεται ότι έχουν καλίκια δηλαδή
χηλές τράγων αντί για πόδια ή ότι φορούν τσαγγία ή σιδεροπάπουτσα ή τσαρούχια ή
ότι έχουν πόδια όνου και ξύλινα υποδήματα ή ότι έχουν τα πόδια τους αντίθετα
από τους ανθρώπους, με την φτέρνα μπροστά και τα δάχτυλα πίσω. Το όνομα που
χρησιμοποιούν οι βυζαντινοί για τον Καλλικάντζαρο είναι Βαβουτζίας
ή Βαβουτζικάριος, που εύκολα συνάπτεται με την σημερινή λέξη παπούτσι.
*Ο κ. Χρήστος
Βλαχογιάννης, είναι Καθηγητής Μουσικής στο 1ο Γυμνάσιο Μεσολογγίου
και Διευθυντής Χορωδίας.
Αφήστε ένα σχόλιο