Header Ads

ΤΟ ΔΙΑΒΑΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΜΕΛΛΟΝΤΟΣ φ.1699

ΘΕΜΑΤΑ ΠΑΙΔΕΙΑΣ
Το Διαβατήριο του Μέλλοντος …




Άρθρο του
Αχιλλέα - Ευάγγελου Κ. Κόκκινου*


Η καθημερινότητα ενός μαθητή δεν παρουσιάζει πολλές εκπλήξεις. Κάθε μέρα αρχίζει με το μισητό για πολλούς ξύπνημα στις 7 και ακολουθείται από το 6ωρο σχολικό πρόγραμμα, στο τέλος του οποίου ο μαθητής (ή μαθήτρια) επιστρέφει στο σπίτι. Αν στοχεύει να περάσει στο πανεπιστήμιο, το μεσημέρι ή το απόγευμα θυσιάζεται για το φροντιστήριο και όταν ολοκληρωθεί και αυτό, επιβάλλεται μία επανάληψη και διεκπεραίωση των εργασιών της επόμενης μέρας. Όσος ελάχιστος χρόνος απομένει, αφιερώνεται στα εξωσχολικά ενδιαφέροντα και χόμπι που ενδεχομένως έχει. Αυτό το πρόγραμμα τηρείται (με μικρές εξαιρέσεις) απαράλλαχτο για το σύνολο της εκπαίδευσης, ενώ στις μεγαλύτερες τάξεις του λυκείου η πίεση εντείνεται και ένας μαθητής με υψηλούς στόχους υποχρεώνεται να αφιερώσει σχεδόν ολόκληρο το χρόνο του στην προετοιμασία για τον μηχανισμό πολτοποίησης της νεανικής δημιουργικότητας και ζωντάνιας, που ονομάζουμε Πανελλήνιες Εξετάσεις. 

Πλήρως απορροφημένοι από το να επιτύχουμε εντός αυτού του τυποποιημένου εκπαιδευτικού συστήματος που επιβραβεύει τη στείρα αναπαραγωγή γνώσεων και την απομνημόνευση, οι περισσότεροι ολοκληρώνουμε τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση και εισερχόμαστε στον κόσμο των ενηλίκων. Εδώ όμως ερχόμαστε αντιμέτωποι με κάτι πολύ διαφορετικό από ό,τι είχαμε συνηθίσει εντός των σχολικών τάξεων. Καλούμαστε να συνεργαστούμε και να επιλύσουμε κοινά προβλήματα με τους συνανθρώπους μας, να διαμορφώσουμε απόψεις για σημαντικά ζητήματα, να ψηφίσουμε στις εκλογές, να δείξουμε σεβασμό και αλληλεγγύη στους πιο άτυχους από εμάς και όλα αυτά με γνωσιολογικά και συναισθηματικά εργαλεία που δώδεκα έτη σχολικής εκπαίδευσης είχαν παραλείψει παντελώς να μας καλλιεργήσουν. 

Είναι δυστυχώς κοινός τόπος, ότι το ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα αποτελεί ένα από τα πιο δυσλειτουργικά και οπισθοδρομικά μεταξύ των «ανεπτυγμένων» κρατών. Η πιο πρόσφατη διεθνής έκθεση PISA του 2015, που εκδίδεται ανά τριετία από τον Οργανισμό για την Οικονομική Συνεργασία και Ανάπτυξη και ερευνά τα εκπαιδευτικά αποτελέσματα, έδειξε ότι οι Έλληνες 15χρονοι μαθητές και μαθήτριες είχαν πολύ χαμηλότερες επιδόσεις σε σχέση με το μέσο όρο των χωρών του ΟΟΣΑ, όσον αφορά τις Φυσικές Επιστήμες, την Κατανόηση Κειμένου, τα Μαθηματικά και τη συνεργατική επίλυση προβλημάτων. Τα αποτελέσματα αυτά έρχονται να προστεθούν στην καθοδική πορεία που διαγράφει τα τελευταία χρόνια η χώρα μας στην εν λόγω έρευνα. Αυτό δεν οφείλεται σε ανεπάρκεια των καθηγητών, οι οποίοι στις περισσότερες περιπτώσεις δίνουν υπεράνθρωπες προσπάθειες για να προσφέρουν ό,τι καλύτερο μπορούν, ενώ το επάγγελμα τους υποβαθμίζεται συνεχώς. Αντίθετα, το πρόβλημα είναι θεσμικό και άπτεται της εκπαιδευτικής πολιτικής. 

Δεν θα δώσω, ωστόσο, έμφαση στις αδυναμίες του ελληνικού εκπαιδευτικού συστήματος, δεδομένου ότι έχουν ήδη γραφτεί πολλά για αυτό και θα ήταν από μέρους μου επιλογή εύκολου στόχου για κριτική. Αντ’αυτού θα αναφερθώ σε ένα εκπαιδευτικό σύστημα, που σταθερά αξιολογείται ως ένα από τα καλύτερα του κόσμου, καθώς και στα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά που το καθιστούν ως τέτοιο. Το σύστημα αυτό είναι το φινλανδικό. Η Φινλανδία έχει καταφέρει τις τελευταίες δεκαετίες, μέσα από τη λήψη προσεκτικά σταθμισμένων μέτρων, να έλθει στο επίκεντρο διεθνώς για την αποτελεσματική και πολυσχιδή εκπαίδευση που παρέχει στους πολίτες της. Όπως αναφέρει ο παγκοσμίου φήμης Φινλανδός εκπαιδευτικός και συγγραφέας Pasi Sahlberg, η χώρα του ήταν πολύ διστακτική στο να υιοθετήσει το μοντέλο ανταγωνιστικής μάθησης και τυποποιημένων διαγωνισμάτων, που εξαπλώθηκε στις περισσότερες χώρες τις δεκαετίες του ’80 και του ’90. Η λογική που ακολούθησαν ήταν ότι ο αυξανόμενος ανταγωνισμός των σχολείων για καλύτερες επιδόσεις των μαθητών τους στις τυποποιημένες εξετάσεις, θα οδηγούσε σε μια γενικότερη τυποποίηση της εκπαίδευσης, η οποία θα παραγκώνιζε όσους δεν ήταν προικισμένοι με τις ικανότητες για να πετύχουν σε αυτές. Έτσι, αποφάσισαν να ακολουθήσουν διαφορετική πορεία και να θέσουν διαφορετικούς στόχους για την κρατική τους εκπαίδευση. 

Κατ’αρχάς κατέβαλαν μεγάλες προσπάθειες για την αναβάθμιση του επαγγέλματος του εκπαιδευτικού, μέσω της αύξησης των προϋποθέσεων άσκησης του επαγγέλματος (υποχρεωτική η απόκτηση μεταπτυχιακού), της ενδελεχούς προετοιμασίας των μελλοντικών εκπαιδευτικών στις σχολές και της αύξησης των αποδοχών τους. Ενώ σε πολλές χώρες, συμπεριλαμβανομένης της Ελλάδας, προτεραιότητα της εκπαίδευσης φαίνεται να είναι ο πιθηκισμός πληροφοριών, στη Φινλανδία απώτατος στόχος είναι η καλλιέργεια των λεγόμενων «εγκάρσιων» δεξιοτήτων, δηλαδή αυτών που δεν σχετίζονται με συγκεκριμένη εργασία, δραστηριότητα ή ακαδημαϊκό τομέα, αλλά μπορούν να χρησιμοποιηθούν σε διάφορες πτυχές της επαγγελματικής και κοινωνικής ζωής. Παραδείγματα αυτών είναι η κριτική σκέψη, η διαπροσωπική ικανότητα, η καλλιέργεια περιβαλλοντικής συνείδησης και η ικανότητα εντοπισμού και αξιολόγησης πληροφοριών, η οποία είναι απαραίτητη στην εποχή του διαδικτύου και του κατακλυσμού ειδήσεων. 

Οι εργασίες για το σπίτι είναι ελάχιστες, σχεδόν ανύπαρκτες, ενώ το σχολικό ωράριο, που σε καμία περίπτωση δεν θα μπορούσε να χαρακτηριστεί εξαντλητικό, αποσκοπεί στην εξατομίκευση της μάθησης. Τα κατά τόπους σχολεία έχουν τη διακριτική ευχέρεια να καθορίσουν το πρόγραμμά τους, ενώ οι καθηγητές οργανώνουν σε συνδυασμό με τους μαθητές την πορεία μάθησης, λαμβάνοντας υπόψη τους τους στόχους και τις ικανότητες καθενός. Η αξιολόγηση δεν γίνεται μέσω «τιμωρητικών» διαγωνισμάτων, αλλά μέσω της συνεχούς ενεργούς συμμετοχής των μαθητών και της αυτοκριτικής. Επιπλέον καλλιεργείται η διεπιστημονική θεώρηση των πραγμάτων, μέσω μαθημάτων που αποτελούν συγκερασμό διαφορετικών επιστημονικών πεδίων. Έτσι οι μαθητές εξοπλίζονται με την επιστημονική μέθοδο, δηλαδή την ακολουθία: υπόθεση, πείραμα, επαλήθευση ή διάψευση, ενώ μαθαίνουν να αξιολογούν τις αποδείξεις ενός ισχυρισμού για να κρίνουν την πειστικότητά του. Η μη επαρκής διδασκαλία της επιστημονικής μεθόδου αποτελεί εγκληματική παράλειψη των ελληνικών σχολείων, που φερ’ειπείν διδάσκουν στην Τρίτη Λυκείου για πρώτη φορά τη Θεωρία της Εξέλιξης του Δαρβίνου, αλλά όχι τα στοιχεία που οδήγησαν την εν λόγω θεωρία να επικρατήσει στην επιστημονική σκέψη. 

Κλείνοντας, θέλω να αναφερθώ σε μια έρευνα του Pew Research Center για τις πεποιθήσεις των ευρωπαϊκών λαών, που δημοσιεύθηκε τον Οκτώβριο του 2018. Μεταξύ άλλων έδειξε ότι εμείς οι Έλληνες σε βαθμό 89% θεωρούμε τον πολιτισμό μας ανώτερο των άλλων, το μεγαλύτερο με διαφορά ποσοστό της Ευρώπης. Ίσως οι περισσότεροι από τους ερωτηθέντες να είχαν κατά νου τον αρχαίο πολιτισμό μας, αλλά το εύρημα αυτό υπογραμμίζει ένα υφέρπον πρόβλημα της ελληνικής κοινωνίας. Η έλλειψη ταπεινοφροσύνης οδηγεί στην τύφλωση μπροστά σε προβλήματα που χρήζουν επίλυσης. Πρέπει να μετριάσουμε το συλλογικό εγωισμό μας και να θελήσουμε να μάθουμε από χώρες που έχουν επιτύχει καλύτερα από εμάς σε οποιονδήποτε τομέα μας ενδιαφέρει και φυσικά σε αυτόν της εκπαίδευσης. Μόνο τότε θα χτίσουμε έναν σύγχρονο πολιτισμό άξιο της υπερηφάνειας μας, καθώς ένα πρόβλημα εκπαίδευσης είναι ένα πρόβλημα πολιτισμού. Ή όπως είπε ο Malcolm X: «Η εκπαίδευση είναι το διαβατήριο του μέλλοντος, διότι το αύριο ανήκει σε αυτούς που προετοιμάζονται για αυτό από σήμερα.» 

*Ο Ευάγγελος – Αχιλλέας Κυρ. Κόκκινος, είναι πτυχιούχος Δικηγόρος, που διανύει τη Στρατιωτική του θητεία στις Ένοπλες Δυνάμεις της χώρας

Δεν υπάρχουν σχόλια