Η ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ Φ.1736
ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ
Ὀρθοδοξία σημαίνει τη σωστή άποψη (γνώμη) ως προς κάτι που μας απασχολεί και τελικώς ως προς την πίστη (ορθή + δόξα = γνώμη), το δε συναφές ρήμα ὀρθοδοξέω, –ῶ σημαίνει, ότι έχω την ορθήν (σωστή) άποψη προς κάτι διαφιλονικούμενον.
Αρχικά ο όρος δεν ανεφέρετο σε δογματικές διαφορές, αλλά στον ορθόν τρόπο πίστεως, η οποία πίστις εχαρακτηρίζετο ως «ορθόδοξος». Συν τω χρόνω όμως ο όρος έλαβε την μορφή του καθορισμού της ορθοδόξου διδασκαλίας ως δογματικού συστήματος και ως τρόπου ζωής έναντι των εμφανιζομένων ποικίλων αιρέσεων και εν γένει της κακοδοξίας, δηλαδή η Ορθοδοξία αντιδιαστέλλετο προς τις αιρέσεις.
Μετά το οριστικό σχίσμα μεταξύ Δυτικής και Ανατολικής Εκκλησίας (1054) επήλθεν η ταύτισις των όρων «ορθόδοξος/ορθοδοξία» με συγκεκριμένον εκκλησιαστικόν σώμα, όχι πλέον σε αντιδιαστολή με αιρετικούς ή κακόδοξους, αλλά συλλήβδην με τους «σχισματικούς». Έκτοτε ο όρος «Ορθοδοξία» αντιδιαστέλλεται παγίως προς την Καθολικήν και την Προτεσταντικήν Εκκλησίαν.
Η Εκκλησία μας όρισε την πρώτην Κυριακή της μεγάλης Τεσσαρακοστής του Πάσχα ως την Κυριακήν της Ορθοδοξίας, δηλαδή την εορτήν της αναστηλώσεως των ιερών και σεπτών εικόνων.
Η Εικονομαχία είχε πάρει μεγάλες διαστάσεις και εταλαιπώρησε την Εκκλησίαν ως αίρεσις επί έναν περίπου αιώνα (727–843). Άρχισε επί αυτοκράτορος Λέοντος Γ’ Ισαύρου (680– 741), όπου με το διάταγμά του το 726 κατηργείτο πάσα λατρεία ή προσκύνησις των εικόνων. Σφοδρότερος πολέμιος του Λέοντος ανεδείχθη ο Πάπας Γρηγόριος Γ΄(αρχιερ. εν Ρώμη 731–741), ο οποίος κατεδίκασε την εικονομαχίαν, επελθούσης σοβαράς ρήξεως στην Εκκλησία. Ο διάδοχος του Λέοντος και υιός του Κωνσταντίνος Ε΄(718–775), ο επωνομαζόμενος Κοπρώνυμος, εξηκολούθησε την τακτική του πατρός του, συγκροτήσας δε οικουμενική σύνοδον εν Κωνσταντινουπόλει (704) εκηρύχθησαν οι εικόνες απόβλητοι. Η Σύνοδος αυτή κατεδικάσθη από την Ζ΄Οικουμενικήν Σύνοδον της Νικαίας (787), διότι δεν αντεπροσωπεύθησαν ο Πάπας και οι Πατριάρχες Αλεξανδρείας, Αντιοχείας και Ιεροσολύμων, η οποία συνεκλήθη από την υπέρμαχον των εικόνων Ειρήνην την Αθηναίαν (752– 802) σύζυγον και κηδεμόνα του αυτοκράτορος Λέοντος Δ΄(750–780), του αποκαλουμένου Χαζάρου, βασιλεύσαντος επί πενταετίαν (755–780) σε περίοδον σφοδράς διαμάχης λόγω της Εικονομαχίας. Παρά τις συμπάθειες της συζύγου του Ειρήνης προς τους εικονολάτρες, ο Λέων υπεστήριξε τους εικονομάχους, η δε Ειρήνη ανελθούσα στον θρόνο ως επίτροπος του 10ετούς υιού της Κωνσταντίνου ΣΤ΄(711–797) εκθρονισθέντος το 797, παρέμεινε μονοκρατορικώς έως το 802.
Το ζήτημα των Εικόνων εσυνέχισε να ταλαιπωρεί την Ορθοδοξία και μετέπειτα επί αυτοκρατόρων Νικηφόρου (802–811), Λέοντος Ε΄(813–820), Μιχαήλ Β΄Τραυλού (820–829) και Θεοφίλου (829– 842), όστις εξέδωσε διάταγμα που απαγόρευε τις εικόνες. Η σύζυγος όμως του Θεοφίλου Θεοδώρα (815– 867) ήταν λάτρις των εικόνων, αναλαβούσα δε την αντιβασιλείαν μετά τον θάνατο του Θεοφίλου (842) επανέφερε τις άγιες εικόνες, την δε 11ην Μαρτίου 1843 έγινε στις Βλαχέρνες επίσημη τελετή, κατά την οποίαν διεκηρύχθη, ότι η Εκκλησία μένει πιστή στην τιμή των αγίων εικόνων. Η Εκκλησία κατέταξε την Θεοδώρα μεταξύ των Αγίων, η μνήμη της οποίας εορτάζεται την 11 Φεβρουαρίου, το δε άγιον λείψανόν της φυλάσσεται στον μητροπολιτικόν ναόν της Κερκύρας.
Παρά την κατάλυση της εικονομαχίας η μεταρρύθμισις αυτή της Θεοδώρας είχε μετέπειτα βαθυτάτην επίδραση στην εξέλιξη του μεσαιωνικού Ελληνισμού.
Κατά την λιτάνευση στους ιερούς ναούς των εικόνων την Κυριακή της Ορθοδοξίας, μνημονεύονται τα ονόματα του ορθοδόξου αυτοκρά-τορος Μιχαήλ Γ΄(838–867) και της μητρός αυτού αγίας Θεοδώρας, κατά την τάξη των Πατριαρχείων Αλεξανδρείας και Ιεροσολύμων, αμέσως μετά την ολοκλήρωση της αναγνώσεως του Συμβόλου της Πίστεως (Πιστεύω) υπό του προεξάρχοντος κληρικού.
Κατά τον Μέγαν Βασίλειον (330– 379), πρόμαχον της ορθής πίστεως «η τιμή της εικόνος επί το πρωτότυπον διαβαίνει», εμείς δε οι ορθόδοξοι πιστοί Χριστιανοί ευχαριστούντες τον Θεόν, προσκυνούμεν «τάς ἐν τοίχοις καί πίναξι καί ἱεροῖς σκεύεσιν ἐγχαραχθείσας ἱεράς τοῦ Χριστοῦ εἰκόνας, τῆς Πανάγνου καί πάντων τῶν ἁγίων, ἀποβαλλόμενοι τήν δυσεβῆ τῶν κακοδόξων θρησκείαν!» Ημέρα χαρμόσυνος λοιπόν η Κυριακή της Ορθοδοξίας, διότι κατ’ αυτήν απολαμβάνομεν χαίροντες την ιεράν αναστήλωση των εικόνων του Τριαδικού Θεού, της Θεοτόκου και πάντων των Αγίων και μαρτύρων της Πίστεως.
* Ο κ. Χρίστος Φαραντάτος, είναι Υποστράτηγος ε.α. διαμένων στην Αθήνα.
Ἡ Κυριακή τῆς Ὀρθοδοξίας
του Χρίστου Φαραντάτου*
|
Ὀρθοδοξία σημαίνει τη σωστή άποψη (γνώμη) ως προς κάτι που μας απασχολεί και τελικώς ως προς την πίστη (ορθή + δόξα = γνώμη), το δε συναφές ρήμα ὀρθοδοξέω, –ῶ σημαίνει, ότι έχω την ορθήν (σωστή) άποψη προς κάτι διαφιλονικούμενον.
Αρχικά ο όρος δεν ανεφέρετο σε δογματικές διαφορές, αλλά στον ορθόν τρόπο πίστεως, η οποία πίστις εχαρακτηρίζετο ως «ορθόδοξος». Συν τω χρόνω όμως ο όρος έλαβε την μορφή του καθορισμού της ορθοδόξου διδασκαλίας ως δογματικού συστήματος και ως τρόπου ζωής έναντι των εμφανιζομένων ποικίλων αιρέσεων και εν γένει της κακοδοξίας, δηλαδή η Ορθοδοξία αντιδιαστέλλετο προς τις αιρέσεις.
Μετά το οριστικό σχίσμα μεταξύ Δυτικής και Ανατολικής Εκκλησίας (1054) επήλθεν η ταύτισις των όρων «ορθόδοξος/ορθοδοξία» με συγκεκριμένον εκκλησιαστικόν σώμα, όχι πλέον σε αντιδιαστολή με αιρετικούς ή κακόδοξους, αλλά συλλήβδην με τους «σχισματικούς». Έκτοτε ο όρος «Ορθοδοξία» αντιδιαστέλλεται παγίως προς την Καθολικήν και την Προτεσταντικήν Εκκλησίαν.
Η Εκκλησία μας όρισε την πρώτην Κυριακή της μεγάλης Τεσσαρακοστής του Πάσχα ως την Κυριακήν της Ορθοδοξίας, δηλαδή την εορτήν της αναστηλώσεως των ιερών και σεπτών εικόνων.
Η Εικονομαχία είχε πάρει μεγάλες διαστάσεις και εταλαιπώρησε την Εκκλησίαν ως αίρεσις επί έναν περίπου αιώνα (727–843). Άρχισε επί αυτοκράτορος Λέοντος Γ’ Ισαύρου (680– 741), όπου με το διάταγμά του το 726 κατηργείτο πάσα λατρεία ή προσκύνησις των εικόνων. Σφοδρότερος πολέμιος του Λέοντος ανεδείχθη ο Πάπας Γρηγόριος Γ΄(αρχιερ. εν Ρώμη 731–741), ο οποίος κατεδίκασε την εικονομαχίαν, επελθούσης σοβαράς ρήξεως στην Εκκλησία. Ο διάδοχος του Λέοντος και υιός του Κωνσταντίνος Ε΄(718–775), ο επωνομαζόμενος Κοπρώνυμος, εξηκολούθησε την τακτική του πατρός του, συγκροτήσας δε οικουμενική σύνοδον εν Κωνσταντινουπόλει (704) εκηρύχθησαν οι εικόνες απόβλητοι. Η Σύνοδος αυτή κατεδικάσθη από την Ζ΄Οικουμενικήν Σύνοδον της Νικαίας (787), διότι δεν αντεπροσωπεύθησαν ο Πάπας και οι Πατριάρχες Αλεξανδρείας, Αντιοχείας και Ιεροσολύμων, η οποία συνεκλήθη από την υπέρμαχον των εικόνων Ειρήνην την Αθηναίαν (752– 802) σύζυγον και κηδεμόνα του αυτοκράτορος Λέοντος Δ΄(750–780), του αποκαλουμένου Χαζάρου, βασιλεύσαντος επί πενταετίαν (755–780) σε περίοδον σφοδράς διαμάχης λόγω της Εικονομαχίας. Παρά τις συμπάθειες της συζύγου του Ειρήνης προς τους εικονολάτρες, ο Λέων υπεστήριξε τους εικονομάχους, η δε Ειρήνη ανελθούσα στον θρόνο ως επίτροπος του 10ετούς υιού της Κωνσταντίνου ΣΤ΄(711–797) εκθρονισθέντος το 797, παρέμεινε μονοκρατορικώς έως το 802.
Το ζήτημα των Εικόνων εσυνέχισε να ταλαιπωρεί την Ορθοδοξία και μετέπειτα επί αυτοκρατόρων Νικηφόρου (802–811), Λέοντος Ε΄(813–820), Μιχαήλ Β΄Τραυλού (820–829) και Θεοφίλου (829– 842), όστις εξέδωσε διάταγμα που απαγόρευε τις εικόνες. Η σύζυγος όμως του Θεοφίλου Θεοδώρα (815– 867) ήταν λάτρις των εικόνων, αναλαβούσα δε την αντιβασιλείαν μετά τον θάνατο του Θεοφίλου (842) επανέφερε τις άγιες εικόνες, την δε 11ην Μαρτίου 1843 έγινε στις Βλαχέρνες επίσημη τελετή, κατά την οποίαν διεκηρύχθη, ότι η Εκκλησία μένει πιστή στην τιμή των αγίων εικόνων. Η Εκκλησία κατέταξε την Θεοδώρα μεταξύ των Αγίων, η μνήμη της οποίας εορτάζεται την 11 Φεβρουαρίου, το δε άγιον λείψανόν της φυλάσσεται στον μητροπολιτικόν ναόν της Κερκύρας.
Παρά την κατάλυση της εικονομαχίας η μεταρρύθμισις αυτή της Θεοδώρας είχε μετέπειτα βαθυτάτην επίδραση στην εξέλιξη του μεσαιωνικού Ελληνισμού.
Κατά την λιτάνευση στους ιερούς ναούς των εικόνων την Κυριακή της Ορθοδοξίας, μνημονεύονται τα ονόματα του ορθοδόξου αυτοκρά-τορος Μιχαήλ Γ΄(838–867) και της μητρός αυτού αγίας Θεοδώρας, κατά την τάξη των Πατριαρχείων Αλεξανδρείας και Ιεροσολύμων, αμέσως μετά την ολοκλήρωση της αναγνώσεως του Συμβόλου της Πίστεως (Πιστεύω) υπό του προεξάρχοντος κληρικού.
Κατά τον Μέγαν Βασίλειον (330– 379), πρόμαχον της ορθής πίστεως «η τιμή της εικόνος επί το πρωτότυπον διαβαίνει», εμείς δε οι ορθόδοξοι πιστοί Χριστιανοί ευχαριστούντες τον Θεόν, προσκυνούμεν «τάς ἐν τοίχοις καί πίναξι καί ἱεροῖς σκεύεσιν ἐγχαραχθείσας ἱεράς τοῦ Χριστοῦ εἰκόνας, τῆς Πανάγνου καί πάντων τῶν ἁγίων, ἀποβαλλόμενοι τήν δυσεβῆ τῶν κακοδόξων θρησκείαν!» Ημέρα χαρμόσυνος λοιπόν η Κυριακή της Ορθοδοξίας, διότι κατ’ αυτήν απολαμβάνομεν χαίροντες την ιεράν αναστήλωση των εικόνων του Τριαδικού Θεού, της Θεοτόκου και πάντων των Αγίων και μαρτύρων της Πίστεως.
* Ο κ. Χρίστος Φαραντάτος, είναι Υποστράτηγος ε.α. διαμένων στην Αθήνα.
Αφήστε ένα σχόλιο