Header Ads

Η ΦΙΛΟΠΑΤΡΙΑ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΔΙΑ ΜΕΣΟΥ ΤΩΝ ΑΙΩΝΩΝ φ.1747

Η Φιλοπατρία των Ελλήνων δια μέσου των Αιώνων 

ΜΕΡΟΣ Β΄





του Χρήστου Φαραντάτου*


Συνεχίζοντας την αντικειμενική πληροφόρησή μας με παραδείγματα από την ένδοξη ιστορία μας, αναφέρουμε την περίπτωση του ακμάσαντος κατά τα έτη 645 – 628 π.Χ. και καταγομένου εξ Αφίδνης Λακωνίας (ή κατ’ άλλους εξ Αθηνών) ελεγειακού ποιητή Τυρταίου, ο οποίος με την ελεγεία του «τεθνάμεναι γάρ καλόν ἐνί προμάχοισι πεσόντ’ ἄνδρα ἀγαθόν, περί ᾗ πατρίδι μαρνάμενον», μας προβάλλει την αξία και σημασία που έχει ο θάνατος για τους μαχητές που μάχονταικαι πίπτουν ηρωϊκώς για την πατρίδα στα πεδία των μαχών(μάρναμαι = μάχομαι, πολεμώ).

Αλλά και ο μέγας ιστορικός Θουκυδίδης (460/54–394 π.Χ.) στον «Επιτάφιο» του Περικλέους (490–429 π.Χ.) εξυμνεί το μεγαλείον της πόλεως των Αθηνών και τους πεσόντες υπέρ πατρίδος, τους οποίους προβάλλει ως παράδειγμα προς μίμηση από τους νεωτέρους: «Οὕς νῦν ὑμεῖς ζηλώσαντες καί τό εὔδαιμον τόἐλεύθερον, τό δ’ ἐλεύθερον τό εὔψυχον κρίναντες, μή περιορᾶσθε τούς πολεμικούς κινδύνους», που σημαίνει: αυτούς λοιπόν (τους πεσόντες εν πολέμω) αφού πάρετε ως παράδειγμα και αφού πιστέψετε, ότι η ευτυχία έγκειται στην ελευθερία, η δε ελευθερία στην ανδρεία, να μην αποφεύγετε τους κινδύνους του πολέμου!

Αναφέρουμε και τον Σωκράτη (468–400 π.Χ.), όπου πιστός και ελεύθερος υποστηρικτής των νόμων της πατρίδος, δεν συνεφώνησε να δραπετεύσει, όπως τον συνεβούλευσαν οι μαθητές και οι φίλοι του, ο εξ Αθηνών Κρίτων και οι Θηβαίοι Σιμμίας και Κέβης, προτιμήσας να πιει το κώνειον και να αποθάνει.

Ας έλθουμε, όμως, και στην περίπτωση του σεπτού Έλληνος αυτοκράτορος του Βυζαντίου Κωνσταντίνου ΙΑ΄του Παλαιολόγου (1405–1453), ο οποίος απέρριψε υπερήφανα τις δελεαστικές προτάσεις του Μωάμεθ (1430– 1481), με την ελληνοπρεπή και αποστομωτική απάντηση που του έδωσε, όταν του ζήτησε να παραδώσει την Κωνσταντινούπολη και να αναλάβει την δεσποτεία της Πελοποννήσου, τελών μάλιστα εν πλήρη γνώσει, ότι η έκβασις του αγώνος κατά των Τούρκων ήταν προδιαγεγραμμένη «Τό δέ τήν πόλιν σοἱ δοῦναι οὔτ’ ἐμόν ἐστιν, οὔτε τῶν ἄλλων τῶν κατοικούντων ἐν ταύτῃ. Κοινή γάρ γνώμη πάντες αὐτοπροαιρέτως ἀποθανοῦμεν καί οὐ φεισόμεθα τῆς ζωῆς ἡμῶν!». Η απάντησις αυτή αμιλλάται προς το «μολών λαβέ» του Λεωνίδα (εβασίλευσε 7 έτη 487– 480 π.Χ.) στις Θερμοπύλες και του Διηνέκη, όταν ο Ξέρξης (486–465 π.Χ.) απείλησε, ότι τα βέλη του θα είναι τόσο πυκνά, ώστε θα καλύπτουν τον ήλιον, που του απάντησε «καλύτερα, διότι θα πολεμήσουμε υπό σκιάν!». Τον ηρωισμό των πεσόντων στις Θερμοπύλες απαθανάτισε ο Σιμωνίδης ο Κείος με το περίφημο επίγραμμά του «Ὦ ξεῖν’, ἀγγέλλειν Λακεδαιμονίοις ὅτι τῇδε κείμεθα τοῖς κείνων ῥήμασι πειθόμενοι».

Οι αγώνες των υποδούλων Ελλήνων επί 400 χρόνια ήταν συνεχείς, μη απολέσαντες την εθνική τους συνείδηση και την αγάπη τους προς την Πατρίδα και την ελευθερία, με άξιο συμπαραστάτηκαι καθοδηγητή την Ορθόδοξον Εκκλησία μας. Κατά τον μεγάλον ιστορικό μας Κων/νο Παπαρρηγόπουλο «η Ελλάς δεν διεσώθη, ειμή δια της μετά του Χριστιανισμού συμμαχίας».

Στο τρίτο μέρος του παρόντος σημειώματος θα αναφέρουμε περιληπτικώς τα απελευθερωτικά κινήματα των σκλαβωμένων Ελλήνων για την απόκτηση της ελευθερίας και ανεξαρτησίας των από το 1453 έως το 1821, όπου έλαβε χώραν η μεγάλη Επανάστασις του Γένους.

Η Επανάστασις του 1821 αμιλλάται σε ηθικό και ψυχικό μεγαλείο, αλλά και σε αυτοθυσία, ηρωισμό και γενναιότητα με τις γιγαντομαχίες του Μαραθώνος (490 π.Χ.) και Σαλαμίνος (480 π.Χ.), αλλά και με την εκπολιτιστική πορεία στα βάθη της Ασίας του Μεγάλου Αλεξάνδρου (356–323).

Όταν αναφερόμεθα στην 25η Μαρτίου οι ψυχές των Ελλήνων αισθάνονται δονήσεις εθνικού ενθουσιασμού. Η μεγάλη εθνική εορτή αναθερμαίνει τον πατριωτισμό των Ελλήνων, έναν πατριωτισμό με ευρύτητα και βάθος που εξαγνίζει και αναζωογονεί την εθνική τους ψυχή, έναν πατριωτισμό συνετό, ειλικρινή και τίμιο, με υψηλό, γενναίο και ακμαίο το φρόνημα και με συνείδηση αυταπάρνησης, προσφοράς και θυσίας. Ο αγών του 1821 ήταν ένας θρίαμβος υψηλής δικαιοσύνης και αγάπης προς την ανεξαρτησία και ελευθερία της πατρίδος, ήταν η μεγάλη Επανάστασις του Γένους για την πολιτική του ιστορία, ήταν η πνευματική κληρονομιά της δημοκρατικής ιδέας της Πολιτείας των Αθηναίων. Η Επανάστασις αυτή αντικατοπτρίζει την ιδέα της υπερτάτης φιλοπατρίας, αλλά και του αφαντάστου και τρομερού μεγαλείου.

Υποκλινόμεθα στο θρυλικό Μεσολόγγι με την μαρτυρική και φρικιαστική του έξοδο (1826), κατόπιν αναρριχώμεθα στους βράχους του Ζαλόγγου, όπου αισθανόμαστε ίλιγγον θαυμασμού, για τον αθάνατο εκείνο χορό, που ενορχήστρωσαν οι Σουλιώτισσες (1803), μετά κατερχόμεθα στη Χίο και τα ερημωμένα Ψαρά, συμπάσχουμε με το μαρτύριο του Αθανάσιου Διάκου (1746–1821), του Πατριάρχου Γρηγορίου του Ε΄(1749–1821), του Αρχιεπισκόπου Κύπρου Κυπριανού (1756–1821) και του Παπαφλέσσα (1788– 1821) στο Μανιάκι, τον οποίον μάλιστα ησπάσθη ευλαβικώς –όντα νεκρόν– ο ίδιος ο Ιμπραήμ Πασάς (1789–1848), ο επί 4ετίαν καταστροφεύς της Πελοποννήσου (1824–1827), που κατετροπώθη στη ναυμαχία του Ναυαρίνου (27 Οκτ. 1827) από τους ενωμένους στόλους Αγγλίας – Γαλλίας – Ρωσσίας, αναγκασθείς να εγκαταλείψει την Ελλάδα.

Θαυμάζουμε τους στρατηγούς του Αγώνος Θεόδωρο Κολοκοτρώνην, τον θρυλικόν Γέρο του Μοριά (1770–1843) και Γεώργιο Καραϊσκάκην (1780– 1827) και, γενικώς, όλες τις μορφές των ηρώων, σε στεριά και θάλασσα, σύμβολα ακαταλύτου ηθικής δυνάμεως και αποτίομε φόρο τιμής προς τους αθανάτους νεκρούς του μεγάλου Αγώνος.

(συνεχίζεται) 

* Ο κ. Χρίστος Φαραντάτος, είναι Υποστράτηγος ε.α. διαμένων στην Αθήνα.

Δεν υπάρχουν σχόλια