Η ΚΟΙΜΗΣΙΣ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ φ.1755
ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ
Μεγάλη Θεομητορικήν εορτή πανηγυρίζει και τιμά το Δεκαπενταύγουστο σύμπας ο ανά την υφήλιο Χριστιανικός κόσμος. Είναι η ημέρα της Κοιμήσεως, δηλαδή της αποδημίας της Θεοτόκου εις τους ουρανούς, ιδιατέρως όμως εορτάζουμε εμείς οι Έλληνες, διότι η Παναγία είναι το στήριγμα του Γένους και η μητέρα και η προστάτις όλων μας.
Η λατρεία της Παναγίας είναι σ’ εμάς τους Έλληνες χριστιανούς μια ιεροτελεστία, μία προσφορά γεμάτη χαρά κι ελπίδα. Προσκυνούμε την Παναγία με δάκρυα και πόνο, αλλά και με ταπεινή αγάπη, γιατί τέτοιος είναι ο τόπος μας, πονεμένος και βασανισμένος πάντοθεν πολεμούμενος και φθονούμενος! Στις σκληρές περιστάσεις εκεί βρίσκουμε παρηγοριά και στήριγμα, στη πονεμένη μάνα! Η μάνα του Χριστού μας είναι το γλυκό μας καταφύγιο, διότι σ’ αυτή τη μάνα βρίσκουμε στοργή κι αγάπη, παρηγοριά και προστασία!
Όλοι οι Έλληνες, στις δύσκολες ώρες του εθνικού μας βίου, γινόμαστε αδέλφια με μητέρα μας την Παναγία και η ένωσίς μας αυτή μας ενδυναμώνει και μας ισχυροποιεί τόσο, ώστε μπορούν να λυγίσουν και να καταστραφούν επάνω μας οι ορμές και οι επιθέσεις οποιωνδήποτε και οσωνδήποτε εχθρών μας και επιδρομέων. Είναι γεγονός, ότι πολλά ακατάληπτα μυστήρια έγιναν και γίνονται με την Παναγία μας, το όμορφο αυτό στόλισμα, το καύχημα και το στήριγμα του ευλογημένου Έθνους των Ελλήνων!
Ας ενθυμιθούμε τον άνανδρο και ύπουλο τορπιλλισμό του Ελληνικού ευδρόμου «Έλλη», που συμμετείχε στους εορτασμούς της Μεγαλόχαρης στη Τήνο, το Δεκαπενταύγουστο του 1940, από την φασιστική Ιταλία. Η Ελλάς εγνώριζε την Ιταλική ενοχή, διότι είχε αδιάψευστες αποδείξεις, ετίρησε όμως σιωπήν ιχθύος, χάριν της ειρήνης και μετ’ ολίγον οι Έλληνες έλαβαν την δίκαιη εκδίκησή τους εξευτελίζοντας διεθνώς τους Ιταλούς στα καταλαμβανόμενα με αγέρωχες επιθέσεις και εφόδους βουνά της Βορ. Ηπείρου.
Μάλιστα, διηγούντο οι στρατιώτες μας πως μπροστά τους επροπορεύετο μια μαυροφορεμένη γυναίκα και αυτή ήταν η Παναγία μας!
Ο υμνωδός μας την αποκαλεί «έμψυχονκιβωτο», διότι πράγματι μ’ αυτή τη κιβωτό συνετελέσθη η σωτηρία μας.
Αλλά και με πόσα άλλα αμέτρητα προσωνύμια τη στολίζει ο σεβασμός και η αγάπη του λαού μας: Αειμακάριστος, Αειπάρθενος, Αμόλυντος, Βασιλέως Κάθεδρα, Βρεφοκρατούσα, Γοργοεπήκοος, Γρηγορούσα, Ελευθερώτρια, Επουράνια Πύλη, Ηγιασμένος Ναός, Θεομήτωρ, Παραμυθία, Παντάνασσα, Ρόδο το Αμάραντο, Χρυσοσπηλιώτισσα, κλπ.
Υμνολογούμε την Παναγία μας οι Έλληνες με κατάνυξη, θάρρος και συστολή, με αγάπη και σεβασμό, διότι είναι η μητέρα του Θεού μας, αλλά και ημών των ιδίων, διότι είναι ο λιμήν των χειμαζομένων, το χαροποιό πένθος και ο γλυκύς ποταμός του ελέους.
Το Δεκαπενταύγουστο ο λαός μας το χαρακτηρίζει «μικρό Πάσχα του Καλοκαιριού».
Ολόκληρος η Ελλάς υμνολογεί την Θεοτόκο «επί Σοι χαίρει, Κεχαριτωμένη, πάσα η κτίσις, Αγγέλων το σύστημα και ανθρώπων το γένος, ηγιασμένε Ναέ και Παράδεσε λογικέ, παρθενικό καύχημα, εξ ης Θεός εσαρκώθη και παιδίον γέγονεν!». Η Παναγία μας «εν τη γεννήσει την παρθενίαν εφύλαξε, εν δε τη κοιμήσει δεν κατέλιπε τον κόσμο. Μετέστη προς την Ζωή, μήτηρ υπάρχουσα της ζωής!».
Τα καράβια μας ταξιδεύουν στις γαλανές μας θάλασσες ανοιχτά απ’ τους κάβους και τα ακρωτήρια, που είναι κτισμένες οι εκκλησίες και τα μοναστήρια μας και, όποιος ταξιδεύει στα ελληνικά νερά μας, ακούει τις καμπάνες με τη γλυκειά φωνή τους να ψάλλουν τον ύμνο των Ελλήνων προς τη μεγάλη μάνα τους.
Άλλες καμπάνες ακούονται από το «Περιβόλι της Παναγιάς» (το Αγ. Όρος), άλλες από τη Παναγία του Σουμελά, άλλες από τη Τηνιακή, τη Καστοριανή, τη Βλαχερνιώτισσα, τη Γλυκοφιλούσα ή την Εκατονταπυλιανή της Πάρου.
Η Παναγία υπήρξε το προσφιλέστερο θέμα ζωγράφων, όπως ο Ευαγγελιστής Λουκάς και ποιητών, μεταξύ των οποίων διεκρίθησαν ο Ρωμανός ο Μελωδός και ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος.
Άγγελος προειδοποίησε την Παναγία μας για την αγία Κοίμησή της. Νεφέλες άρπαξαν τους αγίους Αποστόλους εκ περάτων γης και τους έφεραν κοντά της να την προσκυνήσουν. Η αποδημία Της υπολογίζεται 14 χρόνια μετά την Ανάσταση του Σωτήρος.
Μετεφέρθη ευλαβώ και ετάφη στον Κήπο της Γεθσημανής. Πάνδημος θρήνος ξεσηκώθηκε.
«Πηγή μου ζωηφόρος, που δροσίζεις τόσες ψυχές με το νάμα σου δρόσισε και τη ψυχή μας με τα νερά σου και τα ρεύματα» (Αλέξ. Παπαδιαμάντης). Είθε η Παναγία μας να σκέπει και προστατεύει πάντοτε το ευλογημένο Έθνος των Ελλήνων.
Ο κ. Χρήστος Φαραντάτος, είναι Υποστράτηγος ε.α. κάτοικος Αθηνών
Η Κοίμησις της Θεοτόκου
του Χρήστου Φαραντάτου*
|
Μεγάλη Θεομητορικήν εορτή πανηγυρίζει και τιμά το Δεκαπενταύγουστο σύμπας ο ανά την υφήλιο Χριστιανικός κόσμος. Είναι η ημέρα της Κοιμήσεως, δηλαδή της αποδημίας της Θεοτόκου εις τους ουρανούς, ιδιατέρως όμως εορτάζουμε εμείς οι Έλληνες, διότι η Παναγία είναι το στήριγμα του Γένους και η μητέρα και η προστάτις όλων μας.
Η λατρεία της Παναγίας είναι σ’ εμάς τους Έλληνες χριστιανούς μια ιεροτελεστία, μία προσφορά γεμάτη χαρά κι ελπίδα. Προσκυνούμε την Παναγία με δάκρυα και πόνο, αλλά και με ταπεινή αγάπη, γιατί τέτοιος είναι ο τόπος μας, πονεμένος και βασανισμένος πάντοθεν πολεμούμενος και φθονούμενος! Στις σκληρές περιστάσεις εκεί βρίσκουμε παρηγοριά και στήριγμα, στη πονεμένη μάνα! Η μάνα του Χριστού μας είναι το γλυκό μας καταφύγιο, διότι σ’ αυτή τη μάνα βρίσκουμε στοργή κι αγάπη, παρηγοριά και προστασία!
Όλοι οι Έλληνες, στις δύσκολες ώρες του εθνικού μας βίου, γινόμαστε αδέλφια με μητέρα μας την Παναγία και η ένωσίς μας αυτή μας ενδυναμώνει και μας ισχυροποιεί τόσο, ώστε μπορούν να λυγίσουν και να καταστραφούν επάνω μας οι ορμές και οι επιθέσεις οποιωνδήποτε και οσωνδήποτε εχθρών μας και επιδρομέων. Είναι γεγονός, ότι πολλά ακατάληπτα μυστήρια έγιναν και γίνονται με την Παναγία μας, το όμορφο αυτό στόλισμα, το καύχημα και το στήριγμα του ευλογημένου Έθνους των Ελλήνων!
Ας ενθυμιθούμε τον άνανδρο και ύπουλο τορπιλλισμό του Ελληνικού ευδρόμου «Έλλη», που συμμετείχε στους εορτασμούς της Μεγαλόχαρης στη Τήνο, το Δεκαπενταύγουστο του 1940, από την φασιστική Ιταλία. Η Ελλάς εγνώριζε την Ιταλική ενοχή, διότι είχε αδιάψευστες αποδείξεις, ετίρησε όμως σιωπήν ιχθύος, χάριν της ειρήνης και μετ’ ολίγον οι Έλληνες έλαβαν την δίκαιη εκδίκησή τους εξευτελίζοντας διεθνώς τους Ιταλούς στα καταλαμβανόμενα με αγέρωχες επιθέσεις και εφόδους βουνά της Βορ. Ηπείρου.
Μάλιστα, διηγούντο οι στρατιώτες μας πως μπροστά τους επροπορεύετο μια μαυροφορεμένη γυναίκα και αυτή ήταν η Παναγία μας!
Ο υμνωδός μας την αποκαλεί «έμψυχονκιβωτο», διότι πράγματι μ’ αυτή τη κιβωτό συνετελέσθη η σωτηρία μας.
Αλλά και με πόσα άλλα αμέτρητα προσωνύμια τη στολίζει ο σεβασμός και η αγάπη του λαού μας: Αειμακάριστος, Αειπάρθενος, Αμόλυντος, Βασιλέως Κάθεδρα, Βρεφοκρατούσα, Γοργοεπήκοος, Γρηγορούσα, Ελευθερώτρια, Επουράνια Πύλη, Ηγιασμένος Ναός, Θεομήτωρ, Παραμυθία, Παντάνασσα, Ρόδο το Αμάραντο, Χρυσοσπηλιώτισσα, κλπ.
Υμνολογούμε την Παναγία μας οι Έλληνες με κατάνυξη, θάρρος και συστολή, με αγάπη και σεβασμό, διότι είναι η μητέρα του Θεού μας, αλλά και ημών των ιδίων, διότι είναι ο λιμήν των χειμαζομένων, το χαροποιό πένθος και ο γλυκύς ποταμός του ελέους.
Το Δεκαπενταύγουστο ο λαός μας το χαρακτηρίζει «μικρό Πάσχα του Καλοκαιριού».
Ολόκληρος η Ελλάς υμνολογεί την Θεοτόκο «επί Σοι χαίρει, Κεχαριτωμένη, πάσα η κτίσις, Αγγέλων το σύστημα και ανθρώπων το γένος, ηγιασμένε Ναέ και Παράδεσε λογικέ, παρθενικό καύχημα, εξ ης Θεός εσαρκώθη και παιδίον γέγονεν!». Η Παναγία μας «εν τη γεννήσει την παρθενίαν εφύλαξε, εν δε τη κοιμήσει δεν κατέλιπε τον κόσμο. Μετέστη προς την Ζωή, μήτηρ υπάρχουσα της ζωής!».
Τα καράβια μας ταξιδεύουν στις γαλανές μας θάλασσες ανοιχτά απ’ τους κάβους και τα ακρωτήρια, που είναι κτισμένες οι εκκλησίες και τα μοναστήρια μας και, όποιος ταξιδεύει στα ελληνικά νερά μας, ακούει τις καμπάνες με τη γλυκειά φωνή τους να ψάλλουν τον ύμνο των Ελλήνων προς τη μεγάλη μάνα τους.
Άλλες καμπάνες ακούονται από το «Περιβόλι της Παναγιάς» (το Αγ. Όρος), άλλες από τη Παναγία του Σουμελά, άλλες από τη Τηνιακή, τη Καστοριανή, τη Βλαχερνιώτισσα, τη Γλυκοφιλούσα ή την Εκατονταπυλιανή της Πάρου.
Η Παναγία υπήρξε το προσφιλέστερο θέμα ζωγράφων, όπως ο Ευαγγελιστής Λουκάς και ποιητών, μεταξύ των οποίων διεκρίθησαν ο Ρωμανός ο Μελωδός και ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος.
Άγγελος προειδοποίησε την Παναγία μας για την αγία Κοίμησή της. Νεφέλες άρπαξαν τους αγίους Αποστόλους εκ περάτων γης και τους έφεραν κοντά της να την προσκυνήσουν. Η αποδημία Της υπολογίζεται 14 χρόνια μετά την Ανάσταση του Σωτήρος.
Μετεφέρθη ευλαβώ και ετάφη στον Κήπο της Γεθσημανής. Πάνδημος θρήνος ξεσηκώθηκε.
«Πηγή μου ζωηφόρος, που δροσίζεις τόσες ψυχές με το νάμα σου δρόσισε και τη ψυχή μας με τα νερά σου και τα ρεύματα» (Αλέξ. Παπαδιαμάντης). Είθε η Παναγία μας να σκέπει και προστατεύει πάντοτε το ευλογημένο Έθνος των Ελλήνων.
Ο κ. Χρήστος Φαραντάτος, είναι Υποστράτηγος ε.α. κάτοικος Αθηνών
Αφήστε ένα σχόλιο