Header Ads

Γιαννούλης Χαλεπάς, ο «Ροντέν της Ελλάδας»! Φ.1778

ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΗ ΚΑΙ ΣΩΜΑΤΕΙΑΚΗ ΕΠΙΦΥΛΛΙΔΑ

Γιαννούλης Χαλεπάς, ο «Ροντέν της Ελλάδας»!



Γράφει - Επιμελείται
Εύη Κοκκίνου - Κελλάρη*


Μία τραγική ζωή, ένας μοναδικός γλύπτης…


Γιαννούλης Χαλεπάς, ο «Ροντέν της Ελλάδας»! Μία παράσταση, μία ταινία και μία έκθεση μας θυμίζουν αυτές τις μέρες τον μοναδικό γλύπτη.

Η Στέγη του Ιδρύματος Ωνάση παρουσιάζει από 10 έως 27 Φεβρουαρίου 2022 την παράσταση Χαλεπάς σε σκηνοθεσία Αργυρώς Χιώτη , μια σύγχρονη μουσική τραγωδία με λιμπρέτο του Αλέξανδρου Βούλγαρη (The Boy), μουσική του Jan Van Angelopoulos και σκηνικό χώρο της Έφης Μπίρμπα.

Στις 2 Φεβρουαρίου, στις 21:00, έκανε πρεμιέρα στο Onassis Channel στο YouTube η μικρού μήκους ταινία ΧΑΛΕΠΑΣ , διά χειρός The Boy και Αργυρώς Χιώτη, ενώ στο Τελλόγλειο Ίδρυμα Τεχνών Α.Π.Θ. στη Θεσσαλονίκη , σε συμπαραγωγή με το Onassis Culture, εγκαινιάζεται στις 18 Φεβρουαρίου 2022 η έκθεση: «Γιανούλης Χαλεπάς: Δούναι και Λαβείν» , όπου θα εκτεθούν 150 έργα του γλύπτη (γλυπτά, σχέδια, κατάστιχα). Η έκθεση θα διαρκέσει έως και την Κυριακή 5 Ιουνίου 2022.

Συνειρμικά ο νους ταξιδεύει στον Πύργο, στον ωραιότερο οικισμό της Τήνου και τόπο γέννησης του ιδιοφυούς καλλιτέχνη που κατάφερε να αναδυθεί από τα σκοτάδια της ψυχοπάθειας, της ερωτικής απογοήτευσης, της μοναξιάς και της ψυχικής κακοποίησης, για να δώσει μοναδική μορφή στο λευκό μάρμαρο.

Ο Γιαννούλης Χαλεπάς γεννήθηκε στις 24 Αυγούστου του 1851. Ο πατέρας του Ιωάννης συγκαταλεγόταν στους μεγαλύτερους τεχνίτες του νησιού, πετυχημένος επαγγελματίας με δραστηριότητα στο Αιγαίο, στη Σμύρνη και στα παράλια της Μ. Ασίας, στο Άγιο Όρος, στο Βουκουρέστι, στη Σύρο, στην Αθήνα και στον Πειραιά. Από πολύ μικρή ηλικία ξεχώριζε από τα υπόλοιπα παιδιά. Ήταν ευαίσθητος, εύθικτος και εκκεντρικός.

Μεγάλωσε μέσα στο πατρογονικό εργαστήριο αντιλαμβανόμενος ότι ήταν γεννημένος γλύπτης . Η μητέρα του, όμως, Ειρήνη, το γένος Λαμπαδίτη, μια καταπιεστική μητέρα, είχε άλλα σχέδια για τον πρωτότοκό της . Όπως γράφει ο Χρήστος Σαμουηλίδης στη βιογραφία με τίτλο «Γιαννούλης Χαλεπάς - Η τραγική ζωή του μεγάλου καλλιτέχνη» που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις της Εστίας, «ένα ανοιξιάτικο σούρουπο ο εφτάχρονος Γιαννούλης δεν γύρισε σπίτι του. Μπήκε κρυφά στο εργαστήρι του πατέρα του (...). Ξαφνικά όμως φάνηκε μπροστά στην πόρτα η μητέρα του… τον τράβηξε βίαια προς το σπίτι και κατόπιν άρχισε αμέσως να τον δέρνει αλύπητα (...)».

Η τιμωρία, ο φόβος και οι απειλές τον έκαναν να την μισήσει. Η μητέρα του ήταν αποφασισμένη να μην αφήσει τον γιο της να γίνει μαρμαράς θεωρώντας τη δουλειά αυτή κατώτερη.

Η επίδοσή του στα μαθήματα ήταν άριστη και για πολύ καιρό δεν ξαναμπήκε στο εργαστήρι του πατέρα του, όμως, πήγαινε σε άλλα εργαστήρια του χωριού.

Το 1869, όλη η οικογένεια πήγε στην Αθήνα για να παρακολουθήσει ο Γιαννούλης μαθήματα γλυπτικής στο Πολυτεχνείο. Αποφοίτησε με άριστα το 1872, στα 21 χρόνια του. Το 1873, με υποτροφία του Ιδρύματος Ευαγγελιστρίας της Τήνου, πήγε στο Μόναχο, όπου σπούδασε στην Ακαδημία Καλών Τεχνών. Κατά τη παραμονή του στο Μόναχο δεν είχε σημαντικούς έρωτες ούτε και πολλές φιλίες, πέρα από τη γνωριμία με έναν συμφοιτητή του, τον Γιώργο Κωνσταντινίδη. Ο μοναδικός του έρωτας ήταν η συγχωριανή του, Μαριγώ Χριστοδούλου.

Στο Μόναχο εξέθεσε τα έργα του «Το παραμύθι της Πεντάμορφης» και «Ο Σάτυρος που παίζει με τον Έρωτα», για τα οποία και βραβεύτηκε με το Χρυσό Μετάλλιο. Τον «Σάτυρο που παίζει με τον Έρωτα» τον παρουσίασε μαζί με το ανάγλυφο της «Φιλοστοργίας» σε έκθεση στο Ζάππειο, στην Αθήνα. «Η υποδοχή που του επιφυλάχθηκε ήταν ανεξήγητα αρνητική», σημειώνει ο Χρήστος Σαμουηλίδης στο βιβλίο του, αυτή ήταν η τέταρτη φορά που ο Γιαννούλης Χαλεπάς πληγωνόταν από την πατρίδα του. Η πρώτη ήταν όταν του έκοψαν την υποτροφία στο μισό, η άλλη όταν καθυστέρησε για έναν χρόνο και η τρίτη όταν διακόπηκε. Γι' αυτό, στις αρχές της άνοιξης του 1876 επέστρεψε στην Αθήνα και άνοιξε το δικό του εργαστήριο.
  

Η άσβεστη αγάπη του για την Μαριγώ τον οδήγησε στο σπίτι των Χριστοδούλου για να ζητήσει το χέρι της. Εκείνοι αρνήθηκαν. Αυτή η απόρριψη σηματοδότησε την αρχή της κατάρρευσής του .

Τον Γενάρη του 1878 , στο εργαστήριό του στην Αθήνα μια μαυροφορεμένη γυναίκα, η μητέρα της Σοφίας Αφεντάκη που είχε φύγει από τη ζωή μόλις στα 18 της χρόνια από φυματίωση, του ζήτησε ένα ταφικό μνημείο με το άγαλμα της κόρης της. Αυτό το αριστούργημα της νεοελληνικής γλυπτικής καταγράφηκε ως το κορυφαίο έργο του παραμένοντας αξεπέραστο στο Α' Νεκροταφείο της Αθήνας ως η «Κοιμωμένη» και προκαλώντας τον φθόνο των ομοτέχνων του. Τον θρίαμβο της «Κοιμωμένης» διαδέχθηκε η απόλυτη σιωπή, η οποία «τον εξόντωσε», όπως γράφει ο Χ. Σαμουηλίδης.

Τα πρώτα συμπτώματα του ψυχικού του κλονισμού είχαν αρχίσει να εμφανίζονται. Κάθε έργο του το κατέστρεφε . Ύστερα από δέκα χρόνια, επέστρεψε στην Τήνο, όπου μικροί περίπατοι και ατελείωτο αγνάντι στο πέλαγος ήταν η καθημερινότητά του.

Το 1888, μετά από αρκετές κρίσεις και απόπειρες αυτοκτονίας, ο γλύπτης εισήχθη στο Φρενοκομείο της Κέρκυρας ως «πάσχων από άνοιαν», ξεχασμένος...με βλέμμα μονίμως απλανές και μελαγχολικό, παρέμεινε εκεί σχεδόν 14 χρόνια, έως τις 6 Ιουνίου του 1902, οπότε τον παρέλαβε η μητέρα του ως «ήσυχο». Εκείνη θεωρούσε ακόμα τη γλυπτική υπαίτια για την ασθένεια του γιου της και γι' αυτό διέλυσε οποιαδήποτε δημιουργία του.. Στο μεταξύ ο πατέρας του είχε πεθάνει.

Με την έξοδό του και την επιστροφή του στον Πύργο ο Γιαννούλης ήταν για τους συγχωριανούς του ο «τρελός του χωριού». Ασχολιόταν με τη βοσκή των ζώων και αγροτικές εργασίες, μια απόκοσμη μορφή.

Ο σπουδαίος ποιητής Κωστής Παλαμάς, το 1915, στην εφημερίδα «Εμπρός», θα γράψει για τον Χαλεπά πως «το φως της τέχνης έπαυσεν να φωτίζει τον δρόμο του» και «απέμεινε ζωντανόνεκρος» να «βόσκει γίδια» στον γενέθλιο τόπο του .

Μετά τον ξαφνικό θάνατο της μητέρας του κι ενώ ο Γιαννούλης είχε εξαφανισθεί μετά την ταφή της, τον βρήκαν στο υπόγειο, όπου είχε αρχίσει να πλάθει τον πηλό. Αισθανόταν πια ελεύθερος.

Στις αρχές του επόμενου έτους ξεκίνησε μια νέα ζωή στο σπίτι του στον Πύργο. Ο Θωμάς Θωμόπουλος αντέγραψε πολλά έργα του το 1923 και τα παρουσίασε μετά από δύο χρόνια στην Ακαδημία Αθηνών. Από την έκθεση αυτή το 1927 ο Χαλεπάς βραβεύτηκε με το Αριστείο των Τεχνών. Στα 76 του χρόνια ο σπουδαίος καλλιτέχνης θα αναγνωριστεί δημοσίως και θα καταφέρει να γίνει αποδεκτός από τον πνευματικό κόσμο. «Όλα έρχονται καθυστερημένα» θα πει στον εαυτό του.

Το 1930, η ανιψιά του Ειρήνη Χαλεπά του ζήτησε να μείνει στο σπίτι της, στη Νεάπολη (Δαφνομήλης 35) κι έτσι ο γλύπτης βρέθηκε στην Αθήνα όπου εργάσθηκε εντατικά.

Στις 27 Αυγούστου του 1930 επισκέφθηκε το θρυλικό του έργο, την «Κοιμωμένη» του με ένα αναπάντεχο πλήθος απ' όλη την Αθήνα να δημιουργεί το αδιαχώρητο στην είσοδο και στο προαύλιο του Α' Νεκροταφείου!

Στις 15 Σεπτεμβρίου του 1938 ο Γιαννούλης Χαλεπάς θα αφήσει την τελευταία του πνοή, έχοντας δίπλα του τα αγαπημένα του πρόσωπα, εκτός από την Μαριγώ…



* Η Εύη Κοκκίνου 
είναι Δικηγόρος 
Διαπιστευμένη Διαμεσολαβήτρια 
Msc Διοίκηση Τουρ/κών Επιχειρήσεων 
 Δ/νση: Απ. Παύλου 40-Κόρινθος 20131 
Τηλ.: 2741084568 & 6944964225 


Δεν υπάρχουν σχόλια