Ο Χριστός ξανασταυρώνεται σήμερα στη Ουκρανία Φ.1790
ΕΠΙΚΑΙΡΑ ΘΕΜΑΤΑ
του Αλέξανδρου Κωστάρα*
|
Εάν κοιτάξουμε τον κόσμο από το ύψος του Σταυρού, στον οποίο προσήλωσαν οι Ιουδαίοι τον Χριστό στον Γολγοθά, θα δούμε ένα τοπίο ανθρώπων, που συνθέτουν διαχρονικά τους σταυρωτές του Ναζωραίου. Το τοπίο αυτό δεν διαφέρει σε τίποτε από το σημερινό, διότι οι σταυρωτές του Χριστού δεν έπαψαν ποτέ να υπάρχουν.
Εκτός δε αυτού έχουν ένα κοινό γνώρισμα μεταξύ τους: Ανήκουν όλοι στην κατηγορία των Φαρισαίων. Τότε βέβαια οι σταυρωτές Φαρισαίοι αποτελούσαν μαζί με τους Γραμματείς το Ιερατείο των Εβραίων, που δεν απεδέχθησαν ποτέ το Σχέδιο της Θείας Οικονομίας, αν και οι Προφήτες τούς το είχαν προαναγγείλει αυτό κατ’ επανάληψη. Ούτε φυσικά αναγνώρισαν στο πρόσωπο του Χριστού τον σαρκωθέντα Λόγο του Θεού, μολονότι οι Γραφές τούς είχαν δώσει και για αυτό αδιάψευστα τεκμήρια. Σήμερα οι απανταχού Φαρισαίοι ανήκουν όλοι ανεξαιρέτως σε εκείνους, οι οποίοι δηλώνουν ότι πιστεύουν στον Θεάνθρωπο Ιησού. Οι πράξεις τους όμως μετασχηματίζονται σε φαρμακερά «καρφιά», που δεν διστάζουν να τα βάλουν στον Σταυρό του Κυρίου στο όνομα της αγάπης και της προσήλωσής τους σε Αυτόν. Οι σύγχρονοι αυτοί Φαρισαίοι είναι διάσπαρτοι σε όλο τον χριστιανικό κόσμο. Στη σημερινή δε διεθνή συγκυρία πολλοί από αυτούς είναι συγκεντρωμένοι στην Ουκρανία υποστηρίζοντας ή ανεχόμενοι αδιαμαρτύρητα τον πόλεμο που έχει κηρύξει η ομόδοξη Ρωσσία εναντίον της. Στο πεδίο αυτού του πολέμου σταυρώνεται σήμερα προκλητικά ο Χριστός. Όχι από τους αρνητές Του, αλλά από εκείνους που λένε ότι Τον λατρεύουν. Είναι οι σημερινοί Ορθόδοξοι Σταυροφόροι, που δεν διαφέρουν σε τίποτε απολύτως από τους αντίστοιχους Καθολικούς, οι οποίοι πριν από 800 περίπου χρόνια «κολυμπούσαν» στο «λουτρό» του αίματος αθώων ανθρώπων, που τούς σκότωναν, για να πάρουν ευκολότερα ό,τι διεκδικούσαν από αυτούς. Έτσι, για να δείξουν πειστικά σε όλο τον χριστιανικό ή μη κόσμο, με ποιόν ακριβώς τρόπο συκοφαντείται εκ του ασφαλούς ο Θεός της Αγάπης και της Ειρήνης. Το περίεργο με αυτούς τους σύγχρονους Ορθοδόξους Σταυροφόρους είναι ότι πριν από λίγες ημέρες ετίμησαν και αυτοί μαζί με τους υπολοίπους Ορθοδόξους τον Εσταυρωμένο και την Ανάστασή Του παραβλέποντας τον «Γολγοθά», στον οποίο έχουν ανεβάσει τον ουκρανικό λαό. Άλλο πάλι και τούτο. Με το ένα χέρι να κρατάς το όπλο, με το οποίο σκοτώνεις τους αδελφούς σου και με το άλλο να σηκώνεις την αναστάσιμη λαμπάδα αναφωνώντας: «Χριστός Βασκρέσιε» (Ανέστη)!
Καθώς κατά την προηγηθείσα της Αναστάσεως Αγία και Μεγάλη Εβδομάδα επιτελούμε ανάμνηση του Θείου Πάθους, είναι πρέπον να αφήσουμε στην άκρη τους σύγχρονους «Φαρισαίους», που σταυρώνουν μεταφορικά τον Χριστό, για να διατυπώσουμε κάποιες σκέψεις για τους άλλους Φαρισαίους της Ιουδαίας, τους κατά κυριολεξίαν σταυρωτές του Χριστού.
Αυτοί είχαν διαμορφώσει ένα θρησκευτικό στερεότυπο, στο οποίο δεν χωρούσε η μορφή του Ναζωραίου. Είχαν συνηθίσει να λατρεύουν ένα Θεό που δεν τον έβλεπαν. Ένα Θεό απρόσωπο και απρόσιτο. Δεν τούς πήγαινε η αντίληψη ενός Θεού που ήταν καθημερινά ανάμεσά τους και κυκλοφορούσε με την δική τους μορφή, άσχετα αν η θρησκεία τους δεχόταν ότι και αυτοί είχαν πλαστεί κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωση Αυτού. Έτσι, όταν ο ασυμβίβαστος και αιχμηρός λόγος του Ναζωραίου, ο αληθινός δηλ. λόγος του Θεού έγινε αφόρητος για τους Γραμματείς και τους Φαρισαίους, αυτοί απεφάσισαν να αναμετρηθούν οριστικά μαζί Του, χρησιμοποιώντας ως όπλο εναντίον Του την κατηγορία της βλασφημίας, αφού υπεστήριζε ότι είναι Υιός του Θεού.
Η κατηγορία αυτή ήταν ένα είδος πρόκλησης των Φαρσαίων προς τον Χριστό, για να τους δείξει με την αντίδρασή Του, εάν ήταν πράγματι αληθινός Θεός, όπως έλεγε, ή ένα τιποτένιο και αδύναμο ανθρωπάκι που παρίστανε τον Θεό. Με αυτή την σκέψη στο μυαλό οι Γραμματείς και οι Φαρισαίοι συνέλαβαν τον Χριστό, Τον προπηλάκισαν, Τον βασάνισαν και στο τέλος Τον θανάτωσαν με ένα ατιμωτικό τρόπο επάνω στον Σταυρό.
Η αντίδραση του Χριστού σε όλα αυτά θα επαλήθευε ή θα διέψευδε την εικόνα που είχε το εβραϊκό Ιερατείο για τον Ναζωραίο. Εάν αυτός που λέει ότι είναι Υιός του Θεού δεν έχει την δύναμη να κατακεραυνώσει τους υβριστές Του, πώς μπορεί να Τον δεχθεί κάποιος ως αληθινό Θεό;
Η ορθολογική αυτή προσέγγιση του συγκεκριμένου ζητήματος από τους Γραμματείς και τους Φαρισαίους μάς αποκαλύπτει δύο πολύ σπουδαία πράγματα:
Αφ’ ενός μεν την πλάνη του Ιουδαϊκού Ιερατείου, για το τί ακριβώς είναι ο Θεός και πώς Αυτός αποκαλύπτεται στους ανθρώπους.
Αφ’ ετέρου δε, γιατί οι Γραμματείς και Φαρισαίοι δεν μπορούσαν να αντιληφθούν το Σχέδιο της Οικονομίας του Θεού για την συμφιλίωση των ανθρώπων μαζί Του μετά την παρακοή των πρωτοπλάστων στις εντολές Του. Με δεδομενη την συνεχή πτωτική πορεία του ανθρωπίνου γένους δια της ενδημούσης στον κόσμο αμαρτίας, πώς θα γινόταν σχετική η συμφιλίωση, εάν ο Θεός δεν εθυσίαζε τον Μονογενή Υιό Του, για να ελευθερώσει το ανθρώπινο γένος από τα δεσμά του θανάτου και να ανοίξει έτσι την κλειστή μέχρι τότε Πύλη του Παραδείσου; Έγινε λοιπόν για εμάς ο Ναζωραίος, όπως πολύ παραστατικά παρατηρεί ο Απόστολος Παύλος, επικατάρατος, αφού δέχθηκε να ανέλθει εκουσίως στον Σταυρό του Γολγοθά, για να μας εξαγοράσει από την κατάρα της εξορίας μας από τον Παράδεισο χαράσσοντας έτσι τον «δρόμο» της επανόδου μας σε αυτόν. Παρ’ όλα αυτά οι Γραμματείς και οι Φαρισαίοι αντιμετώπισαν τον Χριστό ως ένα κοινό απατεώνα. Του ζητούσαν μάλιστα επίμονα, εάν είναι πράγματι Θεός, να κατεβεί από τον Σταυρό για να τον πιστέψουν! Τί άλλο θα έπρεπε να αναζητήσει κάποιος, για να πεισθεί ότι οι Γραμματείς και οι Φαρισαίοι συνέχεαν τον Θεό με τους Μάγους και τους Φακίρηδες;
Αυτή η εξευτελιστική συμπεριφρορά των σταυρωτών Ιουδαίων προς τον Ναζωραίο δεν μπορούσε ωστόσο να κρύψει τους φόβους τους απέναντι στο ενδεχόμενο να μη είναι έτσι τα πράγματα, όπως τα έβλεπαν. Είχαν άλλωστε ακούσει τον Χριστό να προαναγγέλλει την θανάτωσή Του από αυτούς και την εκ νεκρών Ανάστασή Του μετά από τρεις ημέρες. Γι’ αυτό εζήτησαν από τον Πιλάτο να βάλει πρόσθετους φρουρούς στον Τάφο του Χριστού, μήπως πάνε την νύχτα οι μαθητές Του και Τον κλέψουν διαδίδοντας στην συνέχεια ότι Αναστήθηκε! Τον εφοβούντο λοιπόν οι Γραμματείς και οι Φαρισαίοι τον Χριστό περισσότερο τώρα που ήταν νεκρός. Περίμεναν να λυτρωθούν από τους φόβους τους με την διαδικασία της φθοράς, που ακολουθεί πάντα την ταφή κάθε ανθρώπου, Πίστευαν ότι βάζοντας τον Ναζωραίο στον τάφο θα τελείωναν για πάντα με Αυτόν, αφού ο τάφος αποσυνθέτει το φθαρτό ανθρώπινο σώμα στα συστατικά του στοιχεία. Παρέβλεπαν όμως ή δεν ήθελαν να πιστέψουν αυτό που ήταν σε όλους γνωστό, ότι δηλ. ο Χριστός είχε δύο φύσεις. Την ανθρώπινη και φθαρτή, αφού Γεννήθηκε από την Παρθένο Μαρία, αλλά και την θεϊκή και άφθαρτη, αφού ήταν ο ενανθρωπίσας Υιός και Λόγος του Θεού. Γι’ αυτό ο Άδης δεν μπόρεσε να κρατήσει αιχμάλωτο στα δεσμά του τον Χριστό, ο οποίος Ανέστη εκ του μνήματος, όπως ακριβώς είχε προαναγγείλει αποδεικνύοντας σε όλους και προπαντός στους σταυρωτές του Φαρισαίους ότι ήταν αληθινός Θεός. Το κενό Μνημείο του Αναστάντος Χριστού έδωσε στους Φαρισαίους την απάντηση που εναγωνίως ζητούσαν, για το τί ακριβώς ήταν, άσχετα αν και αυτή την απάντηση δεν θέλησαν να την πιστέψουν, όπως και όλες τις άλλες προηγούμενες. Τον χαρακτηρισμό σε αυτούς τους ανθρώπους τον είχε δώσει ο Προφήτης Ησαΐας εκατοντάδες χρόνια νωρίτερα: «Τετύφλωκεν αυτών τους οφθαλμούς και πεπώρωκεν αυτών την καρδίαν, ίνα βλέποντες μη ίδωσιν» (Ιω. Ιβ, 30).
* Αλεξάνδρος Π. Κωστάρας
Εκτός δε αυτού έχουν ένα κοινό γνώρισμα μεταξύ τους: Ανήκουν όλοι στην κατηγορία των Φαρισαίων. Τότε βέβαια οι σταυρωτές Φαρισαίοι αποτελούσαν μαζί με τους Γραμματείς το Ιερατείο των Εβραίων, που δεν απεδέχθησαν ποτέ το Σχέδιο της Θείας Οικονομίας, αν και οι Προφήτες τούς το είχαν προαναγγείλει αυτό κατ’ επανάληψη. Ούτε φυσικά αναγνώρισαν στο πρόσωπο του Χριστού τον σαρκωθέντα Λόγο του Θεού, μολονότι οι Γραφές τούς είχαν δώσει και για αυτό αδιάψευστα τεκμήρια. Σήμερα οι απανταχού Φαρισαίοι ανήκουν όλοι ανεξαιρέτως σε εκείνους, οι οποίοι δηλώνουν ότι πιστεύουν στον Θεάνθρωπο Ιησού. Οι πράξεις τους όμως μετασχηματίζονται σε φαρμακερά «καρφιά», που δεν διστάζουν να τα βάλουν στον Σταυρό του Κυρίου στο όνομα της αγάπης και της προσήλωσής τους σε Αυτόν. Οι σύγχρονοι αυτοί Φαρισαίοι είναι διάσπαρτοι σε όλο τον χριστιανικό κόσμο. Στη σημερινή δε διεθνή συγκυρία πολλοί από αυτούς είναι συγκεντρωμένοι στην Ουκρανία υποστηρίζοντας ή ανεχόμενοι αδιαμαρτύρητα τον πόλεμο που έχει κηρύξει η ομόδοξη Ρωσσία εναντίον της. Στο πεδίο αυτού του πολέμου σταυρώνεται σήμερα προκλητικά ο Χριστός. Όχι από τους αρνητές Του, αλλά από εκείνους που λένε ότι Τον λατρεύουν. Είναι οι σημερινοί Ορθόδοξοι Σταυροφόροι, που δεν διαφέρουν σε τίποτε απολύτως από τους αντίστοιχους Καθολικούς, οι οποίοι πριν από 800 περίπου χρόνια «κολυμπούσαν» στο «λουτρό» του αίματος αθώων ανθρώπων, που τούς σκότωναν, για να πάρουν ευκολότερα ό,τι διεκδικούσαν από αυτούς. Έτσι, για να δείξουν πειστικά σε όλο τον χριστιανικό ή μη κόσμο, με ποιόν ακριβώς τρόπο συκοφαντείται εκ του ασφαλούς ο Θεός της Αγάπης και της Ειρήνης. Το περίεργο με αυτούς τους σύγχρονους Ορθοδόξους Σταυροφόρους είναι ότι πριν από λίγες ημέρες ετίμησαν και αυτοί μαζί με τους υπολοίπους Ορθοδόξους τον Εσταυρωμένο και την Ανάστασή Του παραβλέποντας τον «Γολγοθά», στον οποίο έχουν ανεβάσει τον ουκρανικό λαό. Άλλο πάλι και τούτο. Με το ένα χέρι να κρατάς το όπλο, με το οποίο σκοτώνεις τους αδελφούς σου και με το άλλο να σηκώνεις την αναστάσιμη λαμπάδα αναφωνώντας: «Χριστός Βασκρέσιε» (Ανέστη)!
Καθώς κατά την προηγηθείσα της Αναστάσεως Αγία και Μεγάλη Εβδομάδα επιτελούμε ανάμνηση του Θείου Πάθους, είναι πρέπον να αφήσουμε στην άκρη τους σύγχρονους «Φαρισαίους», που σταυρώνουν μεταφορικά τον Χριστό, για να διατυπώσουμε κάποιες σκέψεις για τους άλλους Φαρισαίους της Ιουδαίας, τους κατά κυριολεξίαν σταυρωτές του Χριστού.
Αυτοί είχαν διαμορφώσει ένα θρησκευτικό στερεότυπο, στο οποίο δεν χωρούσε η μορφή του Ναζωραίου. Είχαν συνηθίσει να λατρεύουν ένα Θεό που δεν τον έβλεπαν. Ένα Θεό απρόσωπο και απρόσιτο. Δεν τούς πήγαινε η αντίληψη ενός Θεού που ήταν καθημερινά ανάμεσά τους και κυκλοφορούσε με την δική τους μορφή, άσχετα αν η θρησκεία τους δεχόταν ότι και αυτοί είχαν πλαστεί κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωση Αυτού. Έτσι, όταν ο ασυμβίβαστος και αιχμηρός λόγος του Ναζωραίου, ο αληθινός δηλ. λόγος του Θεού έγινε αφόρητος για τους Γραμματείς και τους Φαρισαίους, αυτοί απεφάσισαν να αναμετρηθούν οριστικά μαζί Του, χρησιμοποιώντας ως όπλο εναντίον Του την κατηγορία της βλασφημίας, αφού υπεστήριζε ότι είναι Υιός του Θεού.
Η κατηγορία αυτή ήταν ένα είδος πρόκλησης των Φαρσαίων προς τον Χριστό, για να τους δείξει με την αντίδρασή Του, εάν ήταν πράγματι αληθινός Θεός, όπως έλεγε, ή ένα τιποτένιο και αδύναμο ανθρωπάκι που παρίστανε τον Θεό. Με αυτή την σκέψη στο μυαλό οι Γραμματείς και οι Φαρισαίοι συνέλαβαν τον Χριστό, Τον προπηλάκισαν, Τον βασάνισαν και στο τέλος Τον θανάτωσαν με ένα ατιμωτικό τρόπο επάνω στον Σταυρό.
Η αντίδραση του Χριστού σε όλα αυτά θα επαλήθευε ή θα διέψευδε την εικόνα που είχε το εβραϊκό Ιερατείο για τον Ναζωραίο. Εάν αυτός που λέει ότι είναι Υιός του Θεού δεν έχει την δύναμη να κατακεραυνώσει τους υβριστές Του, πώς μπορεί να Τον δεχθεί κάποιος ως αληθινό Θεό;
Η ορθολογική αυτή προσέγγιση του συγκεκριμένου ζητήματος από τους Γραμματείς και τους Φαρισαίους μάς αποκαλύπτει δύο πολύ σπουδαία πράγματα:
Αφ’ ενός μεν την πλάνη του Ιουδαϊκού Ιερατείου, για το τί ακριβώς είναι ο Θεός και πώς Αυτός αποκαλύπτεται στους ανθρώπους.
Αφ’ ετέρου δε, γιατί οι Γραμματείς και Φαρισαίοι δεν μπορούσαν να αντιληφθούν το Σχέδιο της Οικονομίας του Θεού για την συμφιλίωση των ανθρώπων μαζί Του μετά την παρακοή των πρωτοπλάστων στις εντολές Του. Με δεδομενη την συνεχή πτωτική πορεία του ανθρωπίνου γένους δια της ενδημούσης στον κόσμο αμαρτίας, πώς θα γινόταν σχετική η συμφιλίωση, εάν ο Θεός δεν εθυσίαζε τον Μονογενή Υιό Του, για να ελευθερώσει το ανθρώπινο γένος από τα δεσμά του θανάτου και να ανοίξει έτσι την κλειστή μέχρι τότε Πύλη του Παραδείσου; Έγινε λοιπόν για εμάς ο Ναζωραίος, όπως πολύ παραστατικά παρατηρεί ο Απόστολος Παύλος, επικατάρατος, αφού δέχθηκε να ανέλθει εκουσίως στον Σταυρό του Γολγοθά, για να μας εξαγοράσει από την κατάρα της εξορίας μας από τον Παράδεισο χαράσσοντας έτσι τον «δρόμο» της επανόδου μας σε αυτόν. Παρ’ όλα αυτά οι Γραμματείς και οι Φαρισαίοι αντιμετώπισαν τον Χριστό ως ένα κοινό απατεώνα. Του ζητούσαν μάλιστα επίμονα, εάν είναι πράγματι Θεός, να κατεβεί από τον Σταυρό για να τον πιστέψουν! Τί άλλο θα έπρεπε να αναζητήσει κάποιος, για να πεισθεί ότι οι Γραμματείς και οι Φαρισαίοι συνέχεαν τον Θεό με τους Μάγους και τους Φακίρηδες;
Αυτή η εξευτελιστική συμπεριφρορά των σταυρωτών Ιουδαίων προς τον Ναζωραίο δεν μπορούσε ωστόσο να κρύψει τους φόβους τους απέναντι στο ενδεχόμενο να μη είναι έτσι τα πράγματα, όπως τα έβλεπαν. Είχαν άλλωστε ακούσει τον Χριστό να προαναγγέλλει την θανάτωσή Του από αυτούς και την εκ νεκρών Ανάστασή Του μετά από τρεις ημέρες. Γι’ αυτό εζήτησαν από τον Πιλάτο να βάλει πρόσθετους φρουρούς στον Τάφο του Χριστού, μήπως πάνε την νύχτα οι μαθητές Του και Τον κλέψουν διαδίδοντας στην συνέχεια ότι Αναστήθηκε! Τον εφοβούντο λοιπόν οι Γραμματείς και οι Φαρισαίοι τον Χριστό περισσότερο τώρα που ήταν νεκρός. Περίμεναν να λυτρωθούν από τους φόβους τους με την διαδικασία της φθοράς, που ακολουθεί πάντα την ταφή κάθε ανθρώπου, Πίστευαν ότι βάζοντας τον Ναζωραίο στον τάφο θα τελείωναν για πάντα με Αυτόν, αφού ο τάφος αποσυνθέτει το φθαρτό ανθρώπινο σώμα στα συστατικά του στοιχεία. Παρέβλεπαν όμως ή δεν ήθελαν να πιστέψουν αυτό που ήταν σε όλους γνωστό, ότι δηλ. ο Χριστός είχε δύο φύσεις. Την ανθρώπινη και φθαρτή, αφού Γεννήθηκε από την Παρθένο Μαρία, αλλά και την θεϊκή και άφθαρτη, αφού ήταν ο ενανθρωπίσας Υιός και Λόγος του Θεού. Γι’ αυτό ο Άδης δεν μπόρεσε να κρατήσει αιχμάλωτο στα δεσμά του τον Χριστό, ο οποίος Ανέστη εκ του μνήματος, όπως ακριβώς είχε προαναγγείλει αποδεικνύοντας σε όλους και προπαντός στους σταυρωτές του Φαρισαίους ότι ήταν αληθινός Θεός. Το κενό Μνημείο του Αναστάντος Χριστού έδωσε στους Φαρισαίους την απάντηση που εναγωνίως ζητούσαν, για το τί ακριβώς ήταν, άσχετα αν και αυτή την απάντηση δεν θέλησαν να την πιστέψουν, όπως και όλες τις άλλες προηγούμενες. Τον χαρακτηρισμό σε αυτούς τους ανθρώπους τον είχε δώσει ο Προφήτης Ησαΐας εκατοντάδες χρόνια νωρίτερα: «Τετύφλωκεν αυτών τους οφθαλμούς και πεπώρωκεν αυτών την καρδίαν, ίνα βλέποντες μη ίδωσιν» (Ιω. Ιβ, 30).
* Αλεξάνδρος Π. Κωστάρας
Ομότιμος Καθηγητής Νομικής Σχολής Παναπιστημίου Θράκης
Αφήστε ένα σχόλιο