ΤΟ ΑΤΤΙΚΟ ΔΡΑΜΑ ΚΑΙ ΟΙ ΝΕΩΤΕΡΙΣΤΕΣ ΣΚΗΝΟΘΕΤΕΣ /Φ.1809
Γράφει η Μπεχράκη Παυλίνα
ΤΩΡΑ που τελείωσαν μαζί με το Καλοκαίρι, οι φετεινές παραστάσεις του αρχαίου θεάτρου, φίλε αναγνώστη, μπορούμε και οφείλουμε, θα λέγαμε, να κάνουμε μιa κουβέντα για ένα θέμα πολύ σoβαρό, που έχει σχέση με την Παράδοση του θεάτρου, του ΑΡΧΑIΟΥ ΔΡAΜΑΤΟΣ και στη παρέμβαση, άλλοτε μικρότερη και άλλοτε μεγαλύτερη στην εμφάνιση της δομής και στην εκτέλεση των ρόλων.
Είναι σίγουρο πως η ΤΡΑΓΩΔΙΑ έζησε και πέθανε μαζί με τον Αρχαίο Ελληνικό Μύθο με μια ορισμένη αντίληψη της ζωής, που εικονίζεται σε όλα τα Μνημεία εκείνου του ανεπανάληπτου, του μοναδικού Πολιτισμού. Αυτή την αντίληψη του Κόσμου, προσπάθησαν οι Μεγάλοι μας Τραγικοί, Αισχύλος, Σοφοκλής, Ευριπίδης, όχι να την εξηγήσουν με τη λογική, με έννοιες, αλλά να την παραστήσουν με σύμβολα, πρόσωπα και γεγονότα, για να διδάξουν με παραμυθία τον άνθρωπο του Καιρού τους, αναταράσσοντας τα βαθύτερα στρώματα της ψυχής του. Όταν εξαφανίστηκε με το πέρασμα του χρόνου ο Ελληνικός Μύθος, εξαφανίστηκε μαζί του,όπως προείπαμε, και η Τραγωδία. Έγιναν κάποιες προσπάθειες πολύ αργότερα, όπως ξέρουμε από τα διαβάσματά μας, με τον Σαίξπηρ, για παράδειγμα, και όχι μόνο, με διαφορετικό θέμα και περιεχόμενο, που ανακάλυψε με φρίκη, την άβυσσο που υπάρχει στα βάθη της ψυχής με δαιμονικά στοιχεία και διαφορετική δομή, ένα είδος διαφορετικής όμως Τραγωδίας.
ΤΟ ΠΝΕΥΜΑ των νέων καιρών εμφανίζεται καθαρά στις αρχές του 17ου αιώνα, με κύρια χαρακτηριστικά το ξεμάγεμα, τη κατάλυση του υπερφυσικού, την κάθαρση της γνώση από κάθε μη λογικό και την πεποίθηση ότι δεν πρέπει να μας θαμπώνει ούτε να μας τρομάζει η έξω και η μέσα μας φύση. Το γνήσιο θέατρο του 19ου αιώνα είναι η ψυχολογική και κοινωνική πραγματικότητα.
Στη συνέχεια, έτσι που ο άνθρωπος τελικά δάμασε τον φόβο του με την Επιστήμη ως όπλο και τη τεχνολογία σήμερα, δεν ήταν και δεν είναι δυνατόν, εκ των πραγμάτων, μέσα σ’αυτό το κλίμα, σε ένα απομυθοποιημένο, αφυδατωμένο στην κυριολεξία μεταφυσικά Κόσμο, όπως είναι από τον προηγούμενο αιώνα μέχρι σήμερα, να γράφεται αυτό το θεατρικό είδος που ακούει στο όνομα ΤΡΑΓΩΔΙΑ.
Το ερώτημα είναι πώς, αφού δεν γράφονται στην εποχή μας Τραγωδίες, αλλά μόνο δράματα του κλειστού κοινωνικού και Πολιτικού χώρου, αγαπάμε τόσο τη Κλασική τραγωδία και κατακλύζονται τα θέατρα, όταν παίζονται ονομαστά έργα αυτού του είδους;
Σε αυτό το σημείο, φίλε αναγνώστη, ας θυμηθούμε τον Νίτσε, ο οποίος μας λέει «Παρά τον θρίαμβό του ο Απόλλων, δεν κατάφερε να εξαφανίσει τον Διόνυσο.».
Που σημαίνει πως το τραγικό στοιχείο υπάρχει πάντα στη ψυχή του αιώνιου ανθρώπου, έστω και αδυνατισμένο, και ζει σήμερα και θα ζει, όχι βέβαια ικανό να εμπνεύσει Δημιουργούς, αλλά μας κάνει θερμούς θεατές –χειροκροτητές με ό,τι αυτό σημαίνει.
ΟΡΟΣΗΜΟ του κλασικού θεάτρου, η μεγάλη Ιστορική τομή, ήταν οι ΔΕΛΦΙΚΕΣ ΓΙΟΡΤΕΣ το 1927, που εμπνεύστηκαν και δίδαξαν οι δύο Σπουδαίοι, ο Άγγελος Σικελιανός και η αγαπημένη του Εύα Πάλμερ, τον Προμηθέα Δεσμώτη και τις Ικέτιδες του Αισχύλου, που συγκίνησαν βαθιά Έλληνες και Ξένους. Μέχρι τότε, μόνο οι μυημένοι, οι ιστορικοί Συγγραφείς, οι Φιλόλογοι και οι νεοφιλόσοφοι γνώριζαν στην παγματικότητα περί του Αττικού δράματος. Από τότε όμως σιγά σιγά το ρεύμα μεγάλωνε και πλήθυναν τόσο οι Σκηνοθέτες, όσο και οι ηθοποιοί, πλήθυναν. Μαζί όμως πλήθυναν και οι μορφές ερμηνείας και οι τολμηρές πρωτοβουλίες και οι νεωτεριστές Σκηνοθέτες, που στήνουν έργα και πολλές φορές ασεβούν. Φέτος δε έγιναν και διάφορα ευτράπελα στον Ιερό χώρο της Επιδαύρου, με αφορμή την απόφαση της Δικαιοσύνης, για τον γνωστό κατηγορούμενο Σκηνοθέτη, που δεν υπάρχουν λόγια να χαρακτηριστούν.
- ΕΙΝΑΙ όμως επιτρεπτό αυτές οι ελευθερίες και σε ποιο βαθμό πρέπει να σέβεται κανείς το έργο αυτών των Μεγάλων και να παρεμβαίνει με διαφόρους τρόπους, όπως βλέπουμε να γίνεται;
Ποιον σκοπό υπηρετούν σαν επίπεδο της θεατρικής παιδείας του σημερινού κοινού; Ποιο είναι το καλλιτεχνικό αποτέλεσμα που επιδιώκουν αυτοί οι νεωτεριστές Σκηνοθέτες; Υπάρχει μια πολυσυζητημένη άποψη, που υποστηρίζεται κυρίως από τους ίδιους, ότι για να συγκινήσει το Αρχαίο Δράμα πρέπει να ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις των τωρινών καιρών.
-ΥΠΟΣΤΗΡΙΖΕΤΑΙ πως η ερμηνεία ή απαγγελία, τα σκηνικά, τα φορέματα, η μουσική, τα σκηνικά, οι χειρονομίες, πρέπει να είναι σύμφωνα με τις σημερινές ευαισθησίες. Πως, δηλαδή, τα προβλήματα που αναδύει η Αρχαία Τραγωδία και η Κωμωδία -αν και γι’ αυτή τα πράγματα είναι πιο εύκολα- είναι και δικά μας προβλήματα και αντί να τους επικρίνουμε, να τους ευγνωμονούμε γιατί βγάζουν από το σκονισμένο χρονοντούλαπο τα «νεκρά έργα» και τα κάνουν σύγχρονα, τους δίνουν ζωή. Δεν γνωρίζουμε, φίλε αναγνώστη, τι νιώθεις εσύ, όταν παρακολουθείς μια παράσταση που η ελευθερία έχει γίνει ελευθεριότητα και η αυθαιρεσία και η υπερβολή είναι εκτός όρων και ορίων. Πρέπει όμως για χάρη του αντίλογου, που κατά τη γνώμη μας είναι και πιο πειστικός, να βάλουμε το ερωτηματικό αν τα προβλήματα που θέτει η Αρχαία Τραγωδία και η Κωμωδία, αν θέλεις, είναι και δικά μας προβλήματα. Κατά την άποψή μας αυτό το πρόσχημα είναι εντελώς ανεδαφικό, για τον εξής λόγο.
ΚΑΘΕ Ιστορικός χρόνος και χώρος έχει τη δική του ταυτότητα, τα δικά του χαρακτηριστικά.
Ακόμα και αυτό το Αττικό Δράμα δεν είναι ενιαίο. Αρχίζει με τον Αισχύλο και τελειώνει με τον Ευριπίδη, έναν ολόκληρο αιώνα μεγάλων ανακατατάξεων, πολιτικών, κοινωνικών και Πνευματικών ζυμώσεων, όπως γνωρίζουμε από τα διαβάσματά μας. Πώς είναι λοιπόν δυνατόν να αντανακλά τα κοινωνικά και ψυχολογικά προβλήματα τα σύγχρονα, με τις αλλαγές που τρέχουν με ταχύτητα αστραπής σε όλους τους τομείς; Όταν λέμε λοιπόν ότι τα προβλήματα των ανθρώπων, που ζούσαν, στους «μυθικούς» αιώνες είναι και δικά μας, πάμε να κάνουμε τα δικά μας δικά τους. Να προβάλουμε, δηλαδή, τις δικές μας περιπέτειες στα δικά τους παθήματα, να βάλουμε τα δικά μας αισθήματα στη καρδιά τους και τα συνθήματά μας στο στόμα τους. Ιεροσυλία σε όλο της το μεγαλείο, έτσι που τον Οιδίποδα, για παράδειγμα, τον Μεγαλόφρονα, που διψάμε να δούμε στη σκηνή, να τον φανταστούμε σαν σύγχρονο αιμομίκτη ή την Κλυταιμνήστρα σαν σύγχρονη μέγαιρα που σκοτώνει τον άνδρα της με τον εραστή της και πάει λέγοντας… Τελειώνοντας αυτή τη μικρή γραφή, φίλε αναγνώστη, με το θάρρος της Πνευματικής ελευθερίας, πρέπει να πούμε πως, ας μην επιχειρούν οι άξιοι Σκηνοθέτες των τωρινών καιρών, να κατεβάζουν τους Αρχαίους, Μεγάλους Κλασικούς Δραματικούς, προς εμάς, και ας βάλουν τα δυνατά τους, να ανεβάσουν εμάς προς αυτούς.
Εμείς οι μεγαλύτεροι έχουμε θαυμάσει αυτή τη μαγεία των γνήσιων Παραστάσεων, Σπουδαίων Σκηνοθετών, στο κοντινό χθες. Είναι δύσκολο, αλλά όχι ακατόρθωτο, ας το προσπαθήσουν, για να γράψουν και οι σύγχρονοι, όπως αυτοί, οι σεβαστικοί που τους έδωσαν την σκυτάλη.
* Η κα Παυλίνα Μπεχράκη, είναι Εικαστικός, Συγγραφέας και Ποιήτρια από την Κόρινθο.
Είναι σίγουρο πως η ΤΡΑΓΩΔΙΑ έζησε και πέθανε μαζί με τον Αρχαίο Ελληνικό Μύθο με μια ορισμένη αντίληψη της ζωής, που εικονίζεται σε όλα τα Μνημεία εκείνου του ανεπανάληπτου, του μοναδικού Πολιτισμού. Αυτή την αντίληψη του Κόσμου, προσπάθησαν οι Μεγάλοι μας Τραγικοί, Αισχύλος, Σοφοκλής, Ευριπίδης, όχι να την εξηγήσουν με τη λογική, με έννοιες, αλλά να την παραστήσουν με σύμβολα, πρόσωπα και γεγονότα, για να διδάξουν με παραμυθία τον άνθρωπο του Καιρού τους, αναταράσσοντας τα βαθύτερα στρώματα της ψυχής του. Όταν εξαφανίστηκε με το πέρασμα του χρόνου ο Ελληνικός Μύθος, εξαφανίστηκε μαζί του,όπως προείπαμε, και η Τραγωδία. Έγιναν κάποιες προσπάθειες πολύ αργότερα, όπως ξέρουμε από τα διαβάσματά μας, με τον Σαίξπηρ, για παράδειγμα, και όχι μόνο, με διαφορετικό θέμα και περιεχόμενο, που ανακάλυψε με φρίκη, την άβυσσο που υπάρχει στα βάθη της ψυχής με δαιμονικά στοιχεία και διαφορετική δομή, ένα είδος διαφορετικής όμως Τραγωδίας.
ΤΟ ΠΝΕΥΜΑ των νέων καιρών εμφανίζεται καθαρά στις αρχές του 17ου αιώνα, με κύρια χαρακτηριστικά το ξεμάγεμα, τη κατάλυση του υπερφυσικού, την κάθαρση της γνώση από κάθε μη λογικό και την πεποίθηση ότι δεν πρέπει να μας θαμπώνει ούτε να μας τρομάζει η έξω και η μέσα μας φύση. Το γνήσιο θέατρο του 19ου αιώνα είναι η ψυχολογική και κοινωνική πραγματικότητα.
Στη συνέχεια, έτσι που ο άνθρωπος τελικά δάμασε τον φόβο του με την Επιστήμη ως όπλο και τη τεχνολογία σήμερα, δεν ήταν και δεν είναι δυνατόν, εκ των πραγμάτων, μέσα σ’αυτό το κλίμα, σε ένα απομυθοποιημένο, αφυδατωμένο στην κυριολεξία μεταφυσικά Κόσμο, όπως είναι από τον προηγούμενο αιώνα μέχρι σήμερα, να γράφεται αυτό το θεατρικό είδος που ακούει στο όνομα ΤΡΑΓΩΔΙΑ.
Το ερώτημα είναι πώς, αφού δεν γράφονται στην εποχή μας Τραγωδίες, αλλά μόνο δράματα του κλειστού κοινωνικού και Πολιτικού χώρου, αγαπάμε τόσο τη Κλασική τραγωδία και κατακλύζονται τα θέατρα, όταν παίζονται ονομαστά έργα αυτού του είδους;
Σε αυτό το σημείο, φίλε αναγνώστη, ας θυμηθούμε τον Νίτσε, ο οποίος μας λέει «Παρά τον θρίαμβό του ο Απόλλων, δεν κατάφερε να εξαφανίσει τον Διόνυσο.».
Που σημαίνει πως το τραγικό στοιχείο υπάρχει πάντα στη ψυχή του αιώνιου ανθρώπου, έστω και αδυνατισμένο, και ζει σήμερα και θα ζει, όχι βέβαια ικανό να εμπνεύσει Δημιουργούς, αλλά μας κάνει θερμούς θεατές –χειροκροτητές με ό,τι αυτό σημαίνει.
ΟΡΟΣΗΜΟ του κλασικού θεάτρου, η μεγάλη Ιστορική τομή, ήταν οι ΔΕΛΦΙΚΕΣ ΓΙΟΡΤΕΣ το 1927, που εμπνεύστηκαν και δίδαξαν οι δύο Σπουδαίοι, ο Άγγελος Σικελιανός και η αγαπημένη του Εύα Πάλμερ, τον Προμηθέα Δεσμώτη και τις Ικέτιδες του Αισχύλου, που συγκίνησαν βαθιά Έλληνες και Ξένους. Μέχρι τότε, μόνο οι μυημένοι, οι ιστορικοί Συγγραφείς, οι Φιλόλογοι και οι νεοφιλόσοφοι γνώριζαν στην παγματικότητα περί του Αττικού δράματος. Από τότε όμως σιγά σιγά το ρεύμα μεγάλωνε και πλήθυναν τόσο οι Σκηνοθέτες, όσο και οι ηθοποιοί, πλήθυναν. Μαζί όμως πλήθυναν και οι μορφές ερμηνείας και οι τολμηρές πρωτοβουλίες και οι νεωτεριστές Σκηνοθέτες, που στήνουν έργα και πολλές φορές ασεβούν. Φέτος δε έγιναν και διάφορα ευτράπελα στον Ιερό χώρο της Επιδαύρου, με αφορμή την απόφαση της Δικαιοσύνης, για τον γνωστό κατηγορούμενο Σκηνοθέτη, που δεν υπάρχουν λόγια να χαρακτηριστούν.
- ΕΙΝΑΙ όμως επιτρεπτό αυτές οι ελευθερίες και σε ποιο βαθμό πρέπει να σέβεται κανείς το έργο αυτών των Μεγάλων και να παρεμβαίνει με διαφόρους τρόπους, όπως βλέπουμε να γίνεται;
Ποιον σκοπό υπηρετούν σαν επίπεδο της θεατρικής παιδείας του σημερινού κοινού; Ποιο είναι το καλλιτεχνικό αποτέλεσμα που επιδιώκουν αυτοί οι νεωτεριστές Σκηνοθέτες; Υπάρχει μια πολυσυζητημένη άποψη, που υποστηρίζεται κυρίως από τους ίδιους, ότι για να συγκινήσει το Αρχαίο Δράμα πρέπει να ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις των τωρινών καιρών.
-ΥΠΟΣΤΗΡΙΖΕΤΑΙ πως η ερμηνεία ή απαγγελία, τα σκηνικά, τα φορέματα, η μουσική, τα σκηνικά, οι χειρονομίες, πρέπει να είναι σύμφωνα με τις σημερινές ευαισθησίες. Πως, δηλαδή, τα προβλήματα που αναδύει η Αρχαία Τραγωδία και η Κωμωδία -αν και γι’ αυτή τα πράγματα είναι πιο εύκολα- είναι και δικά μας προβλήματα και αντί να τους επικρίνουμε, να τους ευγνωμονούμε γιατί βγάζουν από το σκονισμένο χρονοντούλαπο τα «νεκρά έργα» και τα κάνουν σύγχρονα, τους δίνουν ζωή. Δεν γνωρίζουμε, φίλε αναγνώστη, τι νιώθεις εσύ, όταν παρακολουθείς μια παράσταση που η ελευθερία έχει γίνει ελευθεριότητα και η αυθαιρεσία και η υπερβολή είναι εκτός όρων και ορίων. Πρέπει όμως για χάρη του αντίλογου, που κατά τη γνώμη μας είναι και πιο πειστικός, να βάλουμε το ερωτηματικό αν τα προβλήματα που θέτει η Αρχαία Τραγωδία και η Κωμωδία, αν θέλεις, είναι και δικά μας προβλήματα. Κατά την άποψή μας αυτό το πρόσχημα είναι εντελώς ανεδαφικό, για τον εξής λόγο.
ΚΑΘΕ Ιστορικός χρόνος και χώρος έχει τη δική του ταυτότητα, τα δικά του χαρακτηριστικά.
Ακόμα και αυτό το Αττικό Δράμα δεν είναι ενιαίο. Αρχίζει με τον Αισχύλο και τελειώνει με τον Ευριπίδη, έναν ολόκληρο αιώνα μεγάλων ανακατατάξεων, πολιτικών, κοινωνικών και Πνευματικών ζυμώσεων, όπως γνωρίζουμε από τα διαβάσματά μας. Πώς είναι λοιπόν δυνατόν να αντανακλά τα κοινωνικά και ψυχολογικά προβλήματα τα σύγχρονα, με τις αλλαγές που τρέχουν με ταχύτητα αστραπής σε όλους τους τομείς; Όταν λέμε λοιπόν ότι τα προβλήματα των ανθρώπων, που ζούσαν, στους «μυθικούς» αιώνες είναι και δικά μας, πάμε να κάνουμε τα δικά μας δικά τους. Να προβάλουμε, δηλαδή, τις δικές μας περιπέτειες στα δικά τους παθήματα, να βάλουμε τα δικά μας αισθήματα στη καρδιά τους και τα συνθήματά μας στο στόμα τους. Ιεροσυλία σε όλο της το μεγαλείο, έτσι που τον Οιδίποδα, για παράδειγμα, τον Μεγαλόφρονα, που διψάμε να δούμε στη σκηνή, να τον φανταστούμε σαν σύγχρονο αιμομίκτη ή την Κλυταιμνήστρα σαν σύγχρονη μέγαιρα που σκοτώνει τον άνδρα της με τον εραστή της και πάει λέγοντας… Τελειώνοντας αυτή τη μικρή γραφή, φίλε αναγνώστη, με το θάρρος της Πνευματικής ελευθερίας, πρέπει να πούμε πως, ας μην επιχειρούν οι άξιοι Σκηνοθέτες των τωρινών καιρών, να κατεβάζουν τους Αρχαίους, Μεγάλους Κλασικούς Δραματικούς, προς εμάς, και ας βάλουν τα δυνατά τους, να ανεβάσουν εμάς προς αυτούς.
Εμείς οι μεγαλύτεροι έχουμε θαυμάσει αυτή τη μαγεία των γνήσιων Παραστάσεων, Σπουδαίων Σκηνοθετών, στο κοντινό χθες. Είναι δύσκολο, αλλά όχι ακατόρθωτο, ας το προσπαθήσουν, για να γράψουν και οι σύγχρονοι, όπως αυτοί, οι σεβαστικοί που τους έδωσαν την σκυτάλη.
* Η κα Παυλίνα Μπεχράκη, είναι Εικαστικός, Συγγραφέας και Ποιήτρια από την Κόρινθο.
Αφήστε ένα σχόλιο