ΕΛΛΗΝΟΤΟΥΡΚΙΚΗ ΚΡΙΣΗ (Φ. 1840)
«Θα πολεμήσωμεν υπέρ της πίστεως και της πατρίδος» 2
«Βλέπων λοιπόν ότι το πράγμα εξεσκεπάσθη και πάσα αναβολή απέβαινε πλέον βλαπτική, έστειλα κατά τας 17 Μαρτίου μερικούς ωπλισμένους και συνέλαβον σπαήδες, κιαχαγιάδες και άλλους υπέρ τους πεντήκοντα και τους αφώπλισαν και τους έφερον ζώντας εις τα Λαγκάδια, αφώπλισα αμέσως και τους Λαγκαδινούς Τούρκους και διεμοίρασα εις τους κατοίκους ανά ένα διά να τους φυλάττουν υπό ευθύνην τους, οίτινες και τους έβαλαν αμέσως σίδηρα εις τους πόδας δι’ ασφάλειαν. Την αυτήν στιγμήν διέταξα τον Αναγνώστην Γερμανόν εκ Γαρζενίκου και άλλους και εφόνευσαν τους τρεις αδελφούς Καντραλήδες, επισήμους Τούρκους Καρυτινούς, ευρισκομένους εις αυτό το χωρίον διά υποθέσεις των και τρεις άλλους συντρόφους των.
Την ιδίαν δε ημέραν εις τας 18 Μαρτίου, το εσπέρας, έφθασαν οι δύο προηγούμενοι του Μεγάλου Σπηλαίου Νεόφυτος ηγούμενος του Αλάχ σαραγίου και Γερμανός Λάψιας, απεσταλμένοι από τον Ζαΐμην, Σ. Χαραλάμπην, Φωτήλαν, Λόντον, Παλαιών Πατρών, Κερνίτζη και λοιπούς συναχθέντας εις την Αγίαν Λαύραν να μας ομιλήσουν, εάν απεφασίσαμεν να κινήσωμεν την επανάστασιν, εάν έχωμεν ελπίδα τινα να σώσωμεν τον Θεοδωράκην, εάν ο Παπατσώνης με τους λοιπούς Μεσσηνίους έχει απόφασιν να κινηθή με ημάς, εάν ο Πετρόμπεης απεφάσισε να κινηθή με τους καπεταναίους της Μάνης (με το να υπώπτευον διά την αποστολήν του υιού του εις Τριπολιτσάν ως ομήρου μήπως δώση μάκρος του καιρού διά να τον σώση), εάν έχομεν όλους τους προκρίτους της επαρχίας μας συμφώνους να μας ακολουθήσουν αποφασιστικώς και άλλας πολλάς τοιούτας ερωτήσεις να μας κάμουν και να λάβουν τελείας πληροφορίας και την περίληψιν διά να ακολουθήσουν και αυτοί, καθότι οι συναχθέντες εκείνοι εις την Αγίαν Λαύραν, βλέποντες το μέγεθος του κινδύνου και των εκτάκτων εκείνων περιστατικών και μη γνωρίζοντες τας διαθέσεις όλων των προυχόντων ουσιωδώς, καθότι οι επισημότεροι αυτών εισήλθον εις τα δίκτυα της τουρκικής εξουσίας εις Τριπολιτσάν, και ο Μανιάτμπεης έστειλε και αυτός τον υιόν του όμηρον και απελπισθέντες απεφάσισαν να διαλυθούν και να απέλθουν, άλλοι εις τας Ιονίους Νήσους και άλλοι εις τας Κυκλάδας να διασωθώσι προς καιρόν μεχρισότου ίδωσι το αποβησόμενον των εις Τριπολιτσάν συνελθόντων. […]
Αφού λοιπόν οι προηγούμενοι ούτοι μάς εξηγήθησαν περί της εντολής, διά την οποίαν εστάλησαν, εις τους οποίους απαντήσαμεν ως εξής: «Βλέπετε με τα όμματά σας τον πεζόν των μπέηδων και αγάδων της Τριπολιτσάς με τα σίδηρα εις τους πόδας, βλέπετε ότι εφονεύσαμεν τρεις επισήμους Τούρκους συνεπαρχιώτας μας και τρεις συντρόφους των, βλέπετε ότι συνελάβομεν υπέρ τους 50 Τούρκους Φαναρίτες, Λαλιώτες, Τριπολιτσιώτας και άλλους και τους αφωπλίσαμεν και τους έχομεν εις τα σίδερα, βλέπετε εις την αυτήν κατηγορίαν όλους τους Λαγκαδινούς Τούρκους. Βλέπετε τας ετοιμασίας και τα κινήματα της Επαναστάσεως και ήτον περιττόν να μας ερωτήστε.
Οσον διά τον αδελφόν μας Θεοδωράκην, δεν έχομεν ουδεμίαν ελπίδα απολυτρώσεως, καθότι αυτός οικειοθελώς και αυθορμήτως επρόσφερε τον εαυτόν του θύμα εις τον βωμόν της πατρίδος». Τους εδιηγήθημεν όλον το ιστορικόν της γενναιοψυχίας και αποφάσεως αυτού του μοναδικού εις τας ιστορίας των εθνών ανδρός και έμειναν ακίνητοι «όθεν και ημείς οι επτά αδελφοί τον προσφέρομεν εκουσίως θύμα εις την πατρίδα, καθότι διά να σωθή ένας άνθρωπος δεν υποφέρει η ψυχή μας να χαθή εν ολόκληρον έθνος. Ως διά τους Παπατσώνηδες έχομεν πλήρη πεποίθησιν και εμπιστοσύνην, ότι άμα τους γράψωμεν, κινούνται και αυτοί και όλη η Μεσσηνία αφεύκτως. Την αυτήν πεποίθησιν έχομεν και διά τους Μαυρομιχάλας, Μούρτζινον, Χρυσοσπάθην και Καπετανάκηδας, προς τους οποίους στέλλομεν αυτήν την στιγμήν επίτηδες απεσταλμένους, να τους κοινοποιήσωμεν τα πρακτικά μας έως σήμερον και τον εδικόν σας εδώ ερχομόν και είναι αδύνατον να μην κινηθώσιν όλοι ευθύς […]».
Την αυτήν δε ημέραν [19 Μαρτίου] μας ειδοποιούν αι σκοπιαί, ότι οι Λαλαίοι κάμνουν κίνημα να μεταβούν με τας οικογενείας των διά των Λαγκαδίων της πατρίδος μας, και των λοιπών κωμοπόλεων ν’ απέλθουν εις Τριπολιτσάν. Τούτο μας κατετάραξε και αμέσως διέταξα να εξέλθουν όλοι οι συμπολίται μου Λαγκαδινοί ωπλισμένοι να προκαταλάβωμεν τα στενωπά εκείνα μέρη να τους κτυπήσωμεν, να μην τους αφήσωμεν ν’ απεράσουν· έγραψα στιγμιαίως και εις όλας τας κωμοπόλεις και χωρία να προφθάσουν όλοι οι οπλίται. Εβγάλαμεν αμέσως τα ασιατικά εκείνα ενδύματα της πολυτελείας, αντεριά, γούνας, καλπάκια και εβάλαμεν τα τζαρούχια και την τραγόκαπαν. Ανεχώρησαν αμέσως ο Δημητράκης και ο Κωνσταντάκης [Δεληγιανναίοι] ως εμπροσθοφυλακή και έτρεξαν προς το μέρος της Ακοβας, εγώ δε διαμείνας ολίγον οπίσω να έβγουν όλοι οι στρατιώται να διαθέσω και τα της μάχης, εξερχόμενος εις την πλατείαν του Προδρόμου βλέπω έναν Τούρκον Λαγκαδινόν ιστάμενον εκεί, λεγόμενον Αλή Ζούλφον πρόκριτον. Ερωτώ, ποίος τον έφερεν εκεί; Μου λέγει ο αδελφός μου Ανάστος ότι τον έστειλαν οι άλλοι Τούρκοι να σε παρακαλέση να αφήσετε τους Λαλαίους να απεράσουν με ησυχίαν να μην τους κτυπήσετε, καθότι είναι γείτονες και δεν είναι καλόν να τους εμποδίσετε διά της βίας. Τότε θυμωθείς τον είπον και δεν εγνώρισαν ακόμη αυτοί οι τύραννοι, οίτινες μας έχουν τόσους αιώνας εις τον ζυγόν, ότι ημείς θα τον συντρίψωμεν τώρα και θα πολεμήσωμεν υπέρ της πίστεως και της πατρίδος μας, ή να ελευθερωθώμεν ή να αποθάνωμεν όλοι με τα όπλα εις τας χείρας;
Πηγή: Κανέλλου Δεληγιάννη, Απομνημονεύματα, τόμ. 1, Βιβλιοθήκη, χ.χ., σσ. 138-143.μ Στρατιωτική Ιστορία
Αφήστε ένα σχόλιο