Η μαγεία της ετυμολογίας (Φ.1843)
«Ετυμολογικές προσεγγίσεις»
Γράφει ο Χρήστος Βλαχογιάννης
Σοκ και δέος επεφύλαξε στον σκεπτόμενο, στον νουνεχή (=αυτόν που έχει νου) κόσμο το αποτέλεσμα των εκλογών. Και τούτο διότι κάποια πράγματα δεν είναι δυνατόν να συμβαίνουν, δεν χωρούν σε λογική λογικών ανθρώπων. Μη βιαστείτε να με «κατηγοριοποιήσετε». Δεν μπαίνω εύκολα σε μαντρί. Για την ακρίβεια, καθόλου.
Επειδή όμως δεν επιθυμώ να κάνω πραγματική κριτική στο αποτέλεσμα, καθώς αυτό αντίκειται στην αποστολή της στήλης μου, θα το κάνω εμμέσως, μέσω της ετυμολογίας. Θα προσπαθήσω να ετυμολογήσω λέξεις διάσπαρτες, που έχουν όμως σχέση με αυτό που προείπα, χωρίς κατ’ ανάγκην να παίρνουν θέση.
Το σοκ είναι αντιδάνειο εκ της αγγλικής (shock) αλλά με ελληνική ρίζα και συγκεκριμένα εκ του σείω (=κουνώ, ταράζω, θορυβώ, κραδαίνομαι, πάσχω από σεισμό). Το σείω έχει προέλθει από το ηχομιμητικό ρήμα σαόω, με ρίζα του το επιφώνημα των βοσκών, όταν κατευθύνουν, σαλαγίζουν τα ζώα τους, σσααα, ζααα (σσ>ζ), και το ρήμα ίημι (=θέτω σε κίνηση, με ρίζα -ι). Σαόω >σά-ω + ί-ημι >σαίω >σείω (α>ε). Εκ των ίδιων ριζών, των ίδιων συνθετικών, δημιουργήθηκε και το ρήμα σα-ί-νω (=κουνώ την ουρά, θωπεύω, κολακεύω, εξαπατώ, παραπλανώ) αλλά και το σαικωνέω (=κινώ). Οι Γάλλοι είπαν τον αναδευτήρα shaker (το ίδιο και οι Άγγλοι), οι Άγγλοι το κουνώ, το αναδεύω, shake, ενώ το shock σήμαινε αρχικώς την σύγκρουση ενόπλων δυνάμεων και μετά έλαβε την έννοια που του αποδίδουμε εμείς σήμερα, ως ένα έντονο συναισθηματικό ταρακούνημα. Τέλος, οι Γερμανοί είπαν τον αναδευτήρα schwingen.
Το δέος σημαίνει φόβο, τρόμο, έκπληξη. Γράφει ο Όμηρος «τεθνάναι τῷ δέει τινά», τρέμουν, δηλαδή μέχρι θανάτου ένα πρόσωπο, κάποιον, ο δε λεξικογράφος Αμμώνιος «δέος πολυχρόνιος κακοῦ ὑπόνοια, φόβος δὲ ἡ παραυτίκα πτόησις», δηλαδή, το δέος είναι η για πολύν χρόνο υπόνοια, υποψία, ότι κάτι κακό θα συμβεί, ο δε φόβος είναι το επόμενο συναίσθημα που έρχεται αμέσως και σε πτοεί, σε καταβάλλει. Η ρίζα τού δέους είναι το ρήμα δείδω (=φοβούμαι μήπως, φοβούμαι να πράξω κάτι, φροντίζω πολύ για κάτι). Περισσότερο το δέος σημαίνει φόβο από άγνοια (αμφιβολία), που του δημιουργεί την στενοχώρια και την αγωνία για το τι μπορεί να συμβεί στο μέλλον.
Η κάλπη ήταν το δοχείο στο οποίο τοποθετούσαν την τέφρα του νεκρού αλλά και η ψηφοδόχος, όπως και σήμερα. Ετυμολογείται εκ του ρήματος καλύπτω [κάρα (=η κεφαλή), με λ>ρ + άπτω (=θέτω κάτι επάνω, σκεπάζω), με α>υ].
Η λέξη, που έχει κακή σημασία, την σημασία της απάτης, του κίβδηλου, είναι η λέξη νοθεία, που ακούγεται και επί εκλογών, όταν θέλεις να δηλώσεις πως το αποτέλεσμα δεν ήταν αληθινό και πως με κάποιο τρόπο επήλθε αλλοίωση. Ετυμολογείται εκ του αρνητ. αν + έθω (=είμαι συνηθισμένος, έχω την συνήθεια). Αν-έθω >νέθω >νέθος >νόθος, με ε>ο, ο μη γνήσιος, ο κίβδηλος, ο πλαστός και νοθεία η πράξη για να καταστήσεις κάτι πλαστό, μη αληθινό.
Η άρνηση είναι η κατάσταση κατά την οποία ο νους δεν θέλει να παραδεχτεί κάτι, δεν το δέχεται. Ετυμολογείται εκ της άρσεως (ρήμα αίρω) + νη (αρνητικό μόριο). Το ρήμα που δημιουργείται, το αρνέομαι>αρνούμαι σημαίνει λέω όχι, δεν θέλω, δεν το «σηκώνει» ο νους μου.
Όλα, δηλαδή, περνάνε απ’ τον νου, όλα αυτός τα διευθύνει (αρκεί να υπάρχει και να δουλεύει). Ο νοός>νους ετυμολογείται εκ του νέμω (=μοιράζω, διοικώ, κυβερνώ, νομίζω, θεωρώ, βόσκω κλπ), ρήμα του οποίου η αρχική σημασία αφορούσε την κτηνοτροφία (σύμφωνα με τον Όμηρο) και την ικανότητα που έπρεπε να διαθέτουν οι κτηνοτρόφοι, προκειμένου να διαιρούν και να διανέμουν δίκαια τα βοσκοτόπια, ζήτημα που ανάγκασε μετέπειτα και τους κυβερνώντες σε θέσπιση νόμων και νομών. Ο νους, λοιπόν, αντιλαμβάνεται και κρίνει με προσοχή, αποφασίζει και σχεδιάζει.
Ζητούμενο; Σίγουρα, και ευτυχείς όσοι τον διαθέτουν…
Αφήστε ένα σχόλιο