Η μαγεία της ετυμολογίας (Φ.1847)
«Ετυμολογικές προσεγγίσεις»
Γράφει ο Χρήστος Βλαχογιάννης*
Ως αρχική διαπίστωση θα ήθελα να σχολιάσω το πόσο ευκολόπιστοι έχουν/με γίνει οι άνθρωποι σε μια πληροφορία που τους δίνεται, θεωρώντας πως έτσι είναι, αφού το λένε τα ΜΜΕ, οι πολιτικοί, οι «ψαγμένοι» φίλοι ή «φίλοι» ή τέλος πάντων η «πλειοψηφία». Και πολλά γεγονότα, που για έναν υποψιασμένο πολίτη θα έπρεπε τουλάχιστον να ερευνηθούν, θεωρούνται ως απλή τύχη, έτυχε, δηλαδή, και έγινε αυτό ή το άλλο.
Πόσο τυχαίο άραγε είναι ένα γεγονός, που συνήθως επηρεάζει αρνητικά την ζωή μας;
Όπως αντιλαμβάνεστε, η πρώτη προς ετυμολόγηση λέξη είναι η τύχη, είτε σκέτη είτε …Θεά.
Όσο κι αν σας φαίνεται περίεργο, πρόκειται για την ηχομιμητική ρίζα ταF-, τακ-, και έχει να κάνει με τα χτυπήματα των τεχνιτών, είτε λιθοξόων, σιδηρουργών, οικοδόμων, ξυλουργών κ.ά. Το πρώτο ρήμα που δημιουργήθηκε από αυτήν την ρίζα είναι το τεύχω, που σημαίνει παράγω δια τεχνικής εργασίας, και επί υλικών πραγμάτων κατασκευάζω, οικοδομώ, παράγω, επιφέρω, προξενώ, κάνω κλπ. Παράγωγα το επίτευγμα, το τεύχος, η συνέντευξη κ.ά.
Η εν λόγω ρίζα εμφανίζεται και ως τυκ- (α>υ, τύκος=πολεμικό τσεκούρι) και τυγ- (κ>γ, τυγχάνω), τοκ- (α>ο, τόκος), τεκ- (α>ε, τέκτων) και τικ- (ε>ι, τίκτω), τεχ- (α>ε και κ>χ, τέχνη) και τευχ- (όπως πεύσις εκ του πυνθάνομαι), άρα τεύχω. Το ρήμα τυγχάνω σημαίνει πετυχαίνω τον στόχο, χτυπώντας με όπλο ή λίθο, συναντώ (πρωτίστως τον στόχο και μετά κάποιον ή κάτι), κι όπως λέει και η λαϊκή ρήση «έπεσα πάνω του», συνάντησα, δηλαδή, κάποιον κατά τύχη ή από την μοίρα.
Στην αρχαία ελληνική Μυθολογία η θεά Τύχη ήταν συνυφασμένη με τον πλούτο και την ευμάρεια και εικονίζονταν ως γυναίκα, που κρατούσε συνήθως ένα μικρό παιδί, ένα στάχυ ή το κέρας της Αμαλθείας. Η αντίστοιχη θεά των Ρωμαίων ήταν η Φορτούνα (Fortuna), όνομα με το οποίο εκφράστηκε η τύχη στην λατινική, την ιταλική (fortuna) και την αγγλική (fortune).
Τύχη πάντως οι δύσμοιροι όλων των εθνών, που στοιβάζονται σε ένα σαπιοκάραβο και θαλασσοπνίγονται από τους αδίστακτους εκμεταλλευτές τους, δεν λες πως έχουν. Γι’ αυτούς το όνειρο μιας πιο άνετης ζωής σταματάει στον υγρό τους τάφο, στην χειρότερη των περιπτώσεων, ή στην άθλια εκμετάλλευσή τους από τους «πολιτισμένους», αν επιβιώσουν.
Το ρήμα πνίγω είναι σύνθετο εκ του πιέζω+νέκυς (=νεκρός). Το πιέζω προέρχεται εκ του βιάζω >πιάζω (β>π) >πιέζω (α>ε). Παίρνοντας τα δύο θέματα, πι- + νεκ- δημιουργείται το πινέκω >πνέκω >πνίκω (ε>ι) >πνίγω (κ>γ), που σημαίνει βασανίζω, στραγγαλίζω μέχρι θανάτου.
Όλοι αυτοί οι δύσμοιροι προσπαθούν να ταξιδέψουν, να αλλάξουν προορισμό και ζωή λάθρα, δηλαδή κρυφά. Βεβαίως σπανίως το επιχειρούν μόνοι τους. Πάντα υπάρχουν οι καλοθελητές, οι «πονόψυχοι», που θέλουν να τους …βοηθήσουν. Το ρήμα που μας δίνει το λάθρα είναι το λανθάνω (συντάσσεται με αιτιατική), που σημαίνει διαφεύγω την προσοχή, κρύβομαι, περνάω απαρατήρητος, λησμονώ. Ο μέλλων του ρήματος είναι λήσ-ω και ο δωρικός τύπος, λασ-ώ. Ο αόριστος έ-λησ-α και ο επικός παθητικός παρακείμενος λέ-λασ-μαι. Φαίνεται, λοιπόν, πως η ρίζα είναι λασ-, εκ της οποίας δημιουργήθηκε ο λάσιος (=ο πυκνόδεντρος, ο θαμνώδης, ο δασύς, ο δασώδης, λ>δ). Πάντοτε το δάσος αποτελούσε και αποτελεί ιδανικό χώρο για κρύψιμο αλλά και διαφυγή ανθρώπων, ζώων. Άρα το λάθρα παράγεται εκ του λάσιος, που μας έδωσε το ρήμα λανθάνω, κι αυτός που κρύβεται, που δεν είναι ορατός, και κατ’ επέκτασιν στην σύγχρονη πραγματικότητα όχι νόμιμος, λέγεται λαθραίος.
Αυτός που φεύγει από τον τόπο του για να πάει σ’ ένα άλλον λέγεται πρόσφυξ ή πρόσφυγας στην καθομιλουμένη. Είναι σύνθετη λέξη εκ της πρόθεσης προς+φεύγω>φυγή. Η φυγή όμως ετυμολογείται εκ του φόβου. Φόβ- >φύβ- (ο>υ), φύγ- (β>γ) >φεύγ- (υ>ευ), φεύγω (=απομακρύνομαι διωκόμενος από φόβο, αποφεύγω, διστάζω να κάνω κάτι, πηγαίνω, ζω σε εξορία). Η πρόθεση, προς, δηλώνει ταχύτητα, άρα πρόσφυγας αυτός που φεύγει γρήγορα προς κάποια κατεύθυνση, γιατί φοβάται μη τον πιάσουν, και είναι διατεθειμένος να ζήσει σε εξορία, αρκεί να γλυτώσει από τον φόβο του.
Τώρα, όλοι αυτοί οι «ευαισθητούληδες», που νοιάζονται για το καλό των αδικημένων και των τυραννισμένων, αποτελούν μια καλοστημένη και καλοοργανωμένη διεθνή συμμορία, με ενεργούμενα σε όλες τις βρωμοδουλειές, είτε ξένους είτε Έλληνες. Σ’ αυτό είμαι απόλυτος, για λόγους που ένας άνθρωπος μέσης νοημοσύνης μπορεί ευκόλως να αντιληφθεί. Άλλωστε το τόσο χρήμα που ρέει άφθονο σε όλη αυτή την εγκληματική και απάνθρωπη επιχείρηση, μόνο σε συμμορία παραπέμπει, με διακριτούς μηχανισμούς και πρακτικές.
Η σοφή γλώσσα μας έχει με απίστευτη ακρίβεια διατυπώσει την λογική του μείρομαι, της ρίζας της συμ-μορίας, ρήμα που σημαίνει μοιράζω, διαιρώ, και που έχει προκύψει από τις ενέργειες των σαρκοφάγων ζώων, όταν πέφτουν στο θήραμα πεινασμένα και τσακώνονται για το πόσο και ποιο κομμάτι θα πάρει το καθένα. Το ίδιο φυσικά συμβαίνει και με τους «νοήμονες» ανθρώπους, όταν έχουν να μοιραστούν τις μερίδες ενός γεύματος, για παράδειγμα. Το ρήμα είναι σύνθετο εκ του μα- (μαζός, μάω+σαόω =αποζητώ το σημείο για να ζήσω, τον μαστό, δια του οποίου τρέφεται το παιδί) + έρις (=φιλονικία, τσακωμός).
Ε, λοιπόν, η συμμορία αυτό ακριβώς κάνει. Με το που θα δει θήραμα, τροφή, χρήμα, πλούτο εμπίπτει με όλες της τις δυνάμεις και τα κόλπα, τις τεχνικές που έχει αποκτήσει, για να κατασπαράξει και να μοιραστεί τα κομμάτια. Λίγο την νοιάζει αν αυτά το κομμάτια είναι άνθρωποι, λαοί…
Δείτε γύρω σας κι αν διαπιστώσετε κάτι το διαφορετικό, σε ό,τι μας περιβάλλει και δυσκολεύει την ζωή μας, είμαι πρόθυμος να τ’ ακούσω και ν’ αναθεωρήσω την άποψή μου πως μας κυβερνούν συμμορίες, με ρόλους που τους αντιλαμβανόμαστε μεν αλλά δεν θέλουμε να δούμε δε.
Την Κυριακή μην ξεχάσετε την στέψη του αυτοκράτορα. Θα γίνει πιο χαρούμενος απ’ ό,τι είναι…
*Ο κ. Χρήστος Βλαχογιάννης, είναι Καθηγητής Μουσικής και Διευθυντής Χορωδιών από το Μεσολόγγι.
Αφήστε ένα σχόλιο