Η μαγεία της ετυμολογίας (Φ.1918)
Η ΜΑΓΕΙΑ ΤΗΣ ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑΣ
Γράφει ο Χρήστος Βλαχογιάννης*
Στις παληές εποχές στην χώρα μας υπήρχε ο θεσμός της βασιλείας, του οποίου εκφραστής ήταν ο Βασιλεύς, και το πολίτευμα η Βασιλευομένη Δημοκρατία. Όταν αυτή καταργήθηκε, πήγαμε στην Προεδρευομένη Δημοκρατία, που ισχύει μέχρι και σήμερα, με ανώτατο εκφραστή της (λέμε τώρα!!) τον εκάστοτε (διακοσμητικό) Πρόεδρό της, αφού κατ’ ουσίαν απόλυτος άρχων είναι ο Πρωθυπουργός.
Ας δούμε όμως τι έλεγαν οι αρχαίοι γι’ αυτούς που κυβερνούσαν και σε τι τους διέκριναν.
Ξεκινάμε με τον Βασιλιά.
Βασιλεύς, βασιλέως… Σύνθετη λέξη, εκ των βάσις+ λεFώς (αττ. διάλεκτος) λεώς >λαός. «Βασιλεύς, παρὰ τὸ βάσις εἶναι λαοῦ… Ὁ βασιλεὺς τῶν ἀρχομένων ἀεὶ φροντίζει ὅπως ἄν τοῖς ἀρχομένοις εὖ γένοιτο» (Πτολεμαίος Γραμματικός). Αυτός, δηλαδή, είναι η βάση στην οποία στηρίζονται οι αρχόμενοι (ο λαός) και έχει το χρέος να φροντίζει για την ευδαιμονία τους. Μάλιστα, για να …εξασφαλιστεί η ευδαιμονία του λαού, η βασιλεία ήταν κληρονομική, μη και ξέφευγε κανένας από το σόι ή, όπως λέει ο λαός μας, «πάει σόι το βασίλειο». «Ὁ βασιλεὺς ἀπὸ προγόνων τὴν ἀρχὴν ἔχει». Την ακρίβεια του δεύτερου συνθετικού της λέξεως διασώζει η γενική της, βασι-λέως. Άρα, γενικώς ο βασιλεύς είναι αυτός στον οποίον βασίζεται ο λαός για να άρχει καλώς, ο καλός άρχοντας, δηλαδή.
Αυτά πίστευε ο λαός μας για τους βασιλιάδες τού τότε, γιατί αν τους συγκρίνεις με αυτούς τού τώρα, δεν υπάρχει η παραμικρή σχέση. Μόνο το σόι τους κυττούσαν και κυττάνε και πώς να περνάνε αυτοί πλουσιοπάροχα, αδιαφορώντας για την ευδαιμονία του λαού επί του οποίου άρχουν. Στα παληά ελληνικά παραμύθια φαίνεται καθαρά ποια ήταν η άποψη που είχαν οι Έλληνες στο υποσυνείδητό τους για τον βασιλιά. Αν δεν μπορούσε να σταθεί επαξίως ως βάσις λαού έχανε τον θρόνο του. Κι ενώ η βασιλεία ήταν κληρονομική, δεν ήταν σίγουρο πως ένα παιδί του βασιλιά θα τον διαδέχονταν, αν δεν αποδείκνυε ότι ήταν άξιος και ικανός. Θα έπαιρνε τον θρόνο ο πιο γενναίος, ο πιο ικανός. Όμως οι Έλληνες είχαν και την άποψη πως βασιλιάς δεν θα γινόταν οπωσδήποτε το βασιλόπουλο αλλά θα μπορούσε να γίνει ακόμα και ένας φτωχός, αρκεί να ήταν ικανός, άξιος, να έσωζε τον τόπο από δεινά, ήρωας. Πραγματική βάσις λαού, λοιπόν. Κάτι αντίστοιχο συνέβαινε και με τις βασιλοπούλες, που δεν ήταν ανάγκη να τις πάρουν οπωσδήποτε βασιλόπουλα. Θα μπορούσε να τις πάρει ένας γενναίος και άξιος νέος, ας ήταν φτωχός. Θα μου πείτε, παραμύθια! Σύμφωνοι αλλά μέσα στα ελληνικά παραμύθια είναι κρυμμένες πανάρχαιες απόψεις περί του ικανού να κυβερνήσει τον λαό κι όχι του πλούσιου κατ’ ανάγκην.
Άλλη λέξη για τον ανώτατο άρχοντα είναι ο άναξ/άνακτος, ετυμολογούμενη εκ του άνω+άγω, αυτός δηλαδή που άγει προς τα πάνω, ανυψώνει τον λαό του. Το αντίστοιχο θηλυκό είναι άνασσα.
Οι Λατίνοι, θέλοντας να βρουν λέξη για τον δικό τους άρχοντα, δανείστηκαν το ελληνικό ρήμα ορέγω και δημιούργησαν το δικό τους, orego. Η έννοια του ελληνικού ρήματος είναι απλώνω τα χέρια, και ως αποτέλεσμα της έκτασης των χεριών, δείχνω τον δρόμο, διευθύνω. Εξ αυτής της κίνησης προέκυψε και η όρεξις, το άπλωμα των χεριών, δηλαδή, προς την τροφή ή προς κάτι το επιθυμητό. Από το orego οι Λατίνοι έπλασαν τον rex (=βασιλιάς), που στην γενική γίνεται regis, με ιδιαιτέρως καθαρή την συνάφεια με το ορέγω. Ο rex, εκ παραφθοράς στην δική μας καθομιλουμένη, έγινε το αντιδάνειο, ρήγας. Οι Γάλλοι τον είπαν roi, οι Ιταλοί re, οι Ισπανοί rey, οι Άγγλοι το βασιλεύω reign και τον βασιλικό royal, ενώ οι Γερμανοί regieren λένε το βασιλεύω. Το King των Άγγλων και το König των Γερμανών, δηλωτικά του βασιλέως, έχουν την ρίζα τους στο λατινικό genus κι αυτό στο ελληνικό, γένος.
Και μιας και μιλάμε συνεχώς για άρχοντα, η λέξη ετυμολογείται εκ του άρχω (=είμαι πρώτος, κυβερνώ, εξουσιάζω, αρχίζω, οδηγώ, διοικώ, κυριαρχώ κλπ), σύνθετο ρήμα εκ των άρω+άγω. Αράγω >άργω >άρχω (γ>χ), εκ του οποίου και ο αρχηγός (άρχω+άγω) αλλά και ο αρχαίος.
Άλλο όνομα για τον άρχοντα είναι το αγός ή άκτωρ ή ακτός, εκ του ρήματος άγω και μάλιστα εκ της ρίζας του μέλλοντος, άξ-ω, με ξ >κσ >κτ και σ>τ.
Οι Λακεδαιμόνιοι για τον ηγεμόνα χρησιμοποιούσαν την λέξη αγρέτας, εκ του άγω, σε συνδυασμό με το αγείρω (=συγκεντρώνω, εκ των άγω+είρω=συνδέω).
Ο ηγεμών (=αυτός που δείχνει τον δρόμο) όμως πόθεν; Εκ του δασυνόμενου και περισπώμενου η (=όπου, σε ποιο μέρος) + αγέομαι ή άγομαι. Ξακουστός βασιλιάς τής Σπάρτης υπήρξε ο Αγησίλαος, αυτός που άγει (=οδηγεί) τον λαό.
Θα έχετε νομίζω παρατηρήσει πως όλοι οι ηγεμόνες, οι ηγέτες, λέγονται Κύριοι. Ονομάζονται δε έτσι διότι έχουν κύρος (=ύψιστη εξουσία, δύναμη, αξίωμα, βεβαιότητα, ασφάλεια). Ο κύριος προέρχεται εκ της λέξεως, κάρα (=κεφαλή), η οποία με α>ο και α>υ, έδωσε την κόρυ (=κεφαλή, περικεφαλαία, κράνος). Κόρυς, με ο>οι, + άνω γίνεται κοίρανος (=κυβερνήτης, άρχων, δεσπότης), εκ του οποίου, με οι>υ, παίρνουμε το κύρος και τον κύριο, αυτόν που το φέρει.
Τέλος, από την συνώνυμη λέξη με την κάρα, την κύβη, ετυμολογείται ο Κυβερνήτης. Η λέξη έχει την απόλυτη εφαρμογή στον κυρίαρχο του πλοίου, τον κυβερνήτη. Κύβη + ερωή (=κίνηση, ορμή) + νέω (=πλέω).
Τον απόλυτο άρχοντα, εκείνον που κάνει ό,τι θέλει, χωρίς να τον περιορίζει κάποιος, ούτε καν ο λαός, που υποτίθεται τον εκλέγει, λέγεται μονάρχης, διότι άρχει μόνος του, «σόλο καριέρα», που θα έλεγαν και οι νέοι μας με τα τσιτάτα τους!
Μήπως σας φέρνει στο μυαλό κάναν τέτοιον η πραγματικότητα της Ελλαδούλας μας;
Ο Χρήστος Βλαχογιάννης είναι Καθηγητής Μουσικής & Διευθυντής Χορωδιών. Παρατηρήσεις ή ερωτήσεις σας μπορείτε να στέλνετε στο vlaxojohnmes@gmail.com.
Αφήστε ένα σχόλιο