Η μαγεία της ετυμολογίας (Φ.1919)
Η ΜΑΓΕΙΑ ΤΗΣ ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑΣ
Γράφει ο Χρήστος Βλαχογιάννης*
Μιας και δεν έχω κάνει καθόλου αναφορά στο πώς προέκυψαν τα ονόματα των μηνών, λέω να ξεκινήσω απ’ αυτό το φύλλο κι απ’ τον μήνα που διάγουμε, τον Δεκέμβριο.
Με βάση το ελληνορωμαϊκό ημερολόγιο, ο Δεκέμβριος είναι ο δέκατος μήνας τού χρόνου, με την Πρωτοχρονιά να ξεκινάει τον Μάρτιο.
Ο Δεκέμβριος ετυμολογείται εκ του αριθμού δέκα και μάλιστα εκ του λατινικού αντιδανείου, decembris [=δέκατος, εκ του decem (=δέκα)], προφανώς εκ του ελληνικού, δέκα.
Το δέκα όμως πόθεν;
Σύμφωνα με το Ετυμολογικόν το Μέγα «Δέκα, παρὰ τὸ δέχω τὸ λαμβάνω, δέχατος καὶ δέκατος. Δεκτικὴ γὰρ ἐστι πάντων τῶν ἀριθμῶν ἡ δεκάς... διὰ τὸ δέχεσθαι τὸ ἄπειρον. Ὀρφεὺς δὲ κλαδοῦχον ὠνόμασεν, ὅτι πάντες οἱ ἀριθμοὶ ἐξ αὐτῆς φύονται», δηλαδή, το δέκα, ο δέχατος, ο δέκατος (ετυμολογούνται) εκ του δέχω=λαμβάνω, με εναλλαγή των ουρανικών χ>κ, διότι η δεκάς (δεκάδα) είναι δεκτική (=δέχεται, συμπεριλαμβάνει) όλους τους αριθμούς και το άπειρο ακόμη. Μάλιστα δε, ο Ορφεύς την ονόμασε κλαδούχο, επειδή όλοι οι αριθμοί φύονται (=φυτρώνουν, εξαπλώνονται) ως κλαδιά εξ αυτής.
Τόσο το δέχω όσο και το δέχομαι αντλούν την ρίζα τους εκ του θέματος δεκ- του παθητικού παρακειμένου του δείκνυμι, που κάνει δεί-δεκ-το, με κ>χ.
Το δέχομαι σημαίνει επίσης πως απλώνω και τα δέκα δάχτυλα να δεχθώ αντικείμενο που προσφέρεται.
Εκ του δέκα δημιουργήθηκε το ρήμα δεκάζω ή δεκάζομαι (=δωροδοκώ, δίνω ή δέχομαι δώρο) και α-δέκαστος (στερητ. α) είναι αυτός που δεν δεκάζεται, δεν δωροδοκείται.
Εκ του δέκα και το ρήμα δεκατεύω ή δεκατίζω, που σημαίνει παίρνω το 1/10 από κάτι. Η δεκάτη ήταν ένα είδος φόρου, που ήθελε τον άρχοντα να παρακρατά το 1/10 εκ της περιουσίας κάποιου. Μπορεί επίσης να σημαίνει πως καθιερώνω ή αφιερώνω τον δέκατον άνθρωπο ή εξορίζω από την χώρα ένα μεταξύ δέκα ή -σε καιρό πολέμου- παίρνω έναν άνθρωπο από τους δέκα και τον σκοτώνω. Η τελευταία αυτή σημασία μας έδωσε το ρήμα αποδεκατίζω, που σημαίνει εξοντώνω έναν από κάθε δεκάδα κι έτσι να μειώνω τον συνολικό αριθμό των ανθρώπων. Όταν λέμε πως ο τάδε στρατός αποδεκατίστηκε εννοούμε πως μειώθηκε σε πλήθος, επειδή σκοτώθηκαν αρκετοί. Πάντως η κυριολεξία τού ρήματος είναι πως παρακρατήθηκε το 1/10 κι έτσι μειώθηκε ο συνολικός αριθμός.
Οι Λατίνοι δεν αρκέστηκαν στον δανεισμό του δέκα (decem) αλλά δημιούργησαν και ρήμα, το decimo (=δεκατίζω, λαμβάνω το 1/10). Εκ του λατινικού decimo, οι Γάλλοι είπαν το αποδεκατίζω decimer, οι Ιταλοί decimare, οι Ισπανοί decimar, οι Άγγλοι decimate και οι Γερμανοί dezimieren.
Έκανα αναφορά πιο πάνω σε περιουσία και θυμήθηκα δύο λέξεις, που επίσης είναι δηλωτικές αυτής, ο κλήρος και η λήξις, λέξεις που εμπεριέχουν αρχαιότατες μνήμες. Κλήρος: ουσία ή λαχμός, δηλαδή, περιουσία ή λαχνός. Διότι, «οἱ παλαιοὶ διὰ κλήρου τὴν γῆν ἐλάγχανον». «Ἔλαχον γῆν», γράφει ο Κριτίας. Ο Όμηρος αναφέρει (Οδ. ζ, 9) «…Ναυσίθοος θεοειδής, εἷσεν δὲ Σχερίῃ, ἑκὰς ἀνδρῶν ἀλφηστάων, ἀμφὶ δὲ τεῖχος ἔλασσε πόλει, καὶ ἐδείματο οἴκους καὶ νηοὺς ποίησε θεῶν, καὶ ἐδάσσατ᾿ ἀρούρας…» [ο θεόμορφος Ναυσίθοος, μετέφερε τους δουλευταράδες άντρες του στην Σχερία, όπου περίζωσε την πόλη με τείχη, τους έχτισε σπίτια, έχτισε ναούς στους θεούς και διαίρεσε και τους μοίρασε γη, αγρούς, δηλαδή, για καλλιέργεια].
Ό κλήρος παράγεται από το «κλαράκι» (ηχοποίητη λέξη, από τον κρότο που ακούγεται, όταν σπάμε ένα κλαδάκι). Κατά την «κλήρωσιν» ο καθένας έθετε το κλαδάκι του, δηλ. το δικό του «ξυλαράκι», με χαραγμένα πάνω του σημεία ή γράμματα, μέσα σε κοίλο σκεύος (στον πόλεμο χρησιμοποιούσαν περικεφαλαία) και ακολούθως τα κουνούσαν μέχρις ότου ο πρώτος κλάρος ή κλήρος εκτιναχθεί και πέσει στην γη. Μάλιστα ο Όμηρος, όταν αφηγείται την μονομαχία του Μενέλαου με τον Πάρι, περιγράφει παραστατικά πώς «πάλλουν κλήρους» για να καθορισθεί από την τύχη ποιος θα ρίξει πρώτος το ακόντιο. Τους κλήρους τους «ἔπαλεν» εντός κράνους ο Έκτωρας «ἂψ ὁρῶν», δηλ. κυττάζοντας προς τα πίσω κι όχι προς την «κληρωτίδα», για ευνόητους λόγους. Και ο θεός «ἐξόρουσε» (=έκανε να εκπηδήσει, να εξορμήσει) πρώτος ο κλήρος του Πάρη, πέφτοντας ακολούθως στην γη, εξ ου και η σημερινή έκφραση «του έπεσε ο κλήρος», «μου έπεσε το λαχείο».
Μέρες που είναι παίξτε και κάνα λαχείο, μήπως και ξεστραβωθεί και πέσει στα πόδια (χέρια) σας…
Στο επόμενο γιορτινό φύλλο τα περί λήξεως, μαζί με ευχές…
Ο Χρήστος Βλαχογιάννης είναι Καθηγητής Μουσικής & Διευθυντής Χορωδιών. Παρατηρήσεις ή ερωτήσεις σας μπορείτε να στέλνετε στο vlaxojohnmes@gmail.com.
Αφήστε ένα σχόλιο